Σελίδες

16/12/06

Mατωμένος γάμος


Μετάφραση: Νίκος Γκάτσος
Σκηνοθεσία: Σωτήρης Χατζάκης
Σκηνικά: Γιώργος Πάτσας
Κοστούμια: Έρση Δρίνη
Μουσική τραγούδια Μάνος Χατζιδάκις
Επιμέλεια και μουσική διδασκαλία: Σαββίνα Γιαννάτου
Φωτισμοί: Αντώνης Παναγιωτόπουλος

Πρωταγωνιστούν: Δέσποινα Μπεμπεδέλη, Αλέξανδρος Μπουρδούμης, Τάνια Τρύπη, Κωνσταντίνος Κωνσταντόπουλος, Χρήστος Πάρλας, Aγορίτσα Οικονόμου, Χριστίνα Τσάφου, Μαρία Κωνσταντάρου, Ρένα Βαμβακοπούλου, Θεμιστοκλής Πάνου, Τζίνη Παπαδοπούλου, Ελένη Ουζουνίδου, Μελίνα Βαμβακά κ.ά.


Ζούμε πλέον φοβάμαι σε εποχή αντιποιητική. Γι' αυτό και τα όνειρα μας πάνω στη σκηνή δεν φτουράνε -συνειδητότατη η επιλογή της λέξης μου αυτής. Θα σας συγκινήσω περισσότερο αν πω "φοβάμαι...και είμαι ακόμα νέος"; Δεν γίνομαι πολύ προσωπικός, μη φοβάστε. Θα καταλάβετε παρακάτω. Απογοητεύτηκα ακόμα μια φορά... μην το κάνουμε θέμα. Θα είμαι τόσο πεζός, όσο προστάζει η ανάγκη και ουδέτερος σαν την παράσταση που είδα για να διαπιστώσω ότι είναι χρονικό μας ό,τι στη σκηνή δεν έγινε αίμα. Ευτυχώς το μαχαίρι ήταν εκεί...To κρατούσε από την πρώτη κιόλας σκηνή η Δέσποινα Μπεμπεδέλη.

Άνιση δυστυχώς η παράσταση που σκηνοθέτησε για λογαριασμό του Εθνικού Θεάτρου ο Σωτήρης Χατζάκης. Στήριξε την οπτική του στην δόκιμη παράδοση του λαϊκού θεάτρου ενώ παράλληλα διαχειριζόμενος την ποιητική γλώσσα του Λόρκα και της εξαίρετης, κλασικής πιά μετάφρασης του Γκάτσου προσπάθησε να αναδείξει τον παγανισμό και την τελετουργία του λόγου της. Αποτέλεσμα; Έστησε επί σκηνής ηθοποιούς - τύπους χάρτινους, χωρίς αίμα και ρόλους - σύμβολα μιας θεωρητικής, τουτέστιν θεατρολογικής και όχι θεατρικής ανάλυσης - δηλαδή επί σκηνής σύνθεσης- του αριστουργήματος. Απελθέτω ωστόσο απ' εμού το ποτήριον του θεατρολόγου, εξού και το ρομαντικίζον πνεύμα στο ξεκίνημα μου. Άλλοι ενθουσιάστηκαν που είδαν την Νύφη λαγγεμένο κρι-κρι και τον Λεονάρντο χρεμετίζον πουλάρι, εγώ όχι...

Επεξηγώντας περισσότερο το χαρακτηρισμό άνιση θα αναφερθώ σε δύο σκηνές της παράστασης που συνομιλούσαν σκηνοθετικά και είναι ενδεικτικές του θετικού και αρνητικού της καθοριστικής συμβολής του σκηνοθέτη. Η σκηνή της Ζητιάνας και του Φεγγαριού και η σκηνή των Ξυλοκόπων. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε δύο εξαιρετικά ιδιαίτερους ρόλους του παγκόσμιου δραματολογίου μακριά παρασάγγας από τον ρεαλισμό, δύο φασουλήδες της σκηνής και της τέχνης με όλη την λαϊκή υψηλής τέχνης θυμοσοφία και σκευή. Ως τέτοιοι αποδόθηκαν από την θαυμάσια Ελένη Ουζουνίδου και τον Θεμιστοκλή Πάνου η Ζητιάνα με το παγωμένο γκροτέσκο χαμόγελο και το παγερό σαν κόψη μαχαιριού Φεγγάρι χαρίζοντας μας στα αλήθεια ένα από τα πίο όμορφα αισθητικά και υποκριτικά τόπια της παράστασης.

Το ίδιο δεν συνέβη στην σκηνή των Ξυλοκόπων. Το τοπίο εκεί διαμορφώθηκε από μιας ακατάληπτης αισθητικής κοστούμι - φασόν(χ4) και η σκηνή των Ξυλοκόπων, εναρκτήρια της παράφορης σκηνής Νύφης - Λεονάρντο στην καρδιά του έργου και της παράστασης, μάλλον παρωδία της σκηνής και της παράστασης των μαστόρων από το Όνειρο θερινής νύχτος θύμιζε παρά ατμόσφαιρα υπέβαλε. Παρωδία της παρωδίας λοιπόν και Ω, παρωδία στο τετράγωνο!

Και ας έλθουμε τώρα στο ποιητικό μέρος, όπερ σημαίνει πιό κοντά και επισταμένως στο υποκριτικό και πάλι των πρώτων ρόλων αυτήν τη φορά. Αναφέρθηκα ήδη στην περίπτωση της Νύφης και του Λεονάρντο. Στις περιπτώσεις αυτές κυρίως βρέθηκα αντιμέτωπος με την αίσθηση ότι οι νεώτεροι ηθοποιοί μας ένω χαίρουν εφοδίων τέχνης και τεχνικής υποκριτικής όχι αποκλειστικά απο δική τους ευθύνη, αλλά από την ευθύνη ένος ολόκληρου εκπαιδευτικού μηχάνισμου που παραπαίει και μιας έκπτωσης πολιτισμού που έχει πρώτιστα και κυρίως τον αντίκτυπό της στη γλώσσα την ποιητική αδυνατούν να κάνουν κτήμα τους και να υποστηρίξουν ένα λόγο όπως αυτόν της μετάφρασης του Γκάτσου για το έργο. "Γιατί αν μπορούσα να σε σκοτώσω, θα σε σαβάνωνα σε μιά κάσα και θα κεντούσα το σάβανό σου με μανουσάκια και με βιολέτες" λέει η Νύφη στο Λεονάρντο στη μετάφραση του Γκάτσου. Η κυρία Τρύπη πότε δεν αναφέρθηκε σε μανουσάκια. Τα θεώρησε μια ατυχή λεπτομέρεια; Λυπάμαι αλλά είναι από τα πρώτα στην αξιολόγηση της μουσικότητας του στίχου η συγκεκριμένη λέξη. Αλλά αυτό είναι ενδεικτικό μιάς γενικότερης αίσθησης που μου άφησαν στην παράσταση οι νεώτεροι ηθοποιοί, ότι αδυνατούν να ανασάνουν μέσα σε αυτή τη γλώσσα και υποκριτικά να λυτρωθούν... Απλά την εκφέρουν. Ανάλογο αντι-ποιητικό στιγμιότυπο της παράστασης η αδιάφορη και επίπεδη εκτέλεση δια στόματος της εξαιρετικής κατά τα άλλα και πάντα αλλά όχι εδώ έγκυρης Τζίνης Παπαδοπούλου και σε μουσική διδασκαλία Σαββίνας Γιαννάτου μάλιστα του συγκλονιστικού νανουρίσματος.

Στον αντίποδα των νέων που ατύχησαν μέσα σε σχήματα, η Δέσποινα Μπεμπεδέλη χαρίζει στο παγκόσμιο θέατρο μία ανατριχιαστική ερμηνεία στο ρόλο της Μάνας. Συγκλονιστική από την πρώτη σκηνή ζημώνει το λόγο τον ποιητικό στο κορμί της και την στάση της σαν να είναι το αίμα στην καρδία της που ένα μαχαίρι από τα πριν έχει προσβάλλει για να ακολουθήσει ένας οιστήλατος, μαιναδικός ουσιαστικά και όχι επιφανειακά διχασμός της μάνας που θέλει να εκδικηθεί και της μάνας που προστατεύει το γιό στη σκηνή που ανακοινώνεται το φευγιό της Νύφης και του Λεονάρντο ως άλλης Αγαύης και Εκάβης μαζί και αυτή η πάλλουσα μορφή να σβήσει άπραγη πιά στα αδιέξοδα ενός σιγηλού και την ίδια στιγμή τραγικού με την έννοια του είδους πιά πένθους στον περίφημο μονόλογο για το μαχαίρι προς τις γειτόνισσες στο τέλος.
Μην χάσετε αυτήν την παράσταση για αυτήν και μόνο την ερμηνεία. Και δείτε την πολλές φορές... Ζωντανή σχολή υποκριτικής τέχνης μέχρις άκρης δακτύλων!

1 σχόλιο:

Κλινοσοφιστής, Ἰάνης Λὸ Σκόκκο. είπε...

Θά ἔλεγα δέν ἔφυγα καί δυσαρεστημένος ἀπό τήν παράσταση. Βέβαια δέν ἄκουσα τόν Χατζιδάκι πού θἄθελα ἀλλά εἴχαμε ἠθοποιούς ὄχι τραγουδιστές - πάντως καλά εἰπωμένο θεατρικῶς τό Ἦταν καμάρι τῆς αὐλῆς. Οἰ σκηνές στό δάσος καλές καί καλοπαιγμένες. Ἡ Τάνια Τρύπη ἔξοχη σέ πολλές στιγμές. Γλυκανάλατος ὁ Πάρλας. Δέν εἶδα τήν...Παξινοῦ ἤ κάτι ἀνάλογο. Ἡ κα Μπεμπεδέλη εἶναι ἄφθαστη στίς κωμωδίες, τίς τρελλές κωμωδίες. Δέν μέ ἔπεισε οὔτε σάν Μάνα Κουράγιο.