Τυφλό σημείο ή σκότωμα ονομάζεται ένα κενό στο οπτικό πεδίο, ένα τμήμα που αντιστοιχεί στην απουσία φωτοευαίσθητων κυττάρων στον οπτικό δίσκο του αμφιβληστροειδούς. Ο εγκέφαλος βέβαια συμπληρώνει αυτό το κενό κακήν-κακώς και το τυφλό σημείο δε γίνεται αντιληπτό, οι συμπληρωματικές πληροφορίες όμως είναι απλώς κατά προσέγγιση, άρα ίσως και λανθασμένες.
Τυφλό Σημείο ονομάζεται το θεατρικό του Γιάννη Μαυριτσάκη που πραγματεύεται τον πόνο και την τρέλα στην οποία σε οδηγεί η απώλεια. Με πρωταγωνίστρια τη Νίκη, μια γυναίκα που ο σύζυγός της την έχει εγκαταλείψει, αλλά και με άλλους ευκαιριακούς πρωταγωνιστές –τους οποίους συνιστούν όσοι γνωρίζει η Νίκη στην φαινομενικά άδεια καθημερινότητά της—το θεατρικό που έχει επιλεγεί από το Ευρωπαϊκό Εργαστήρι Μετάφρασης να ενταχθεί στη σειρά LabelEuropa (δηλαδή έργα που επιλέχθηκαν να μεταφραστούν σε αρκετές Ευρωπαϊκέςγλώσσες) έχει καλές στιγμές, αλλά δεν είναι δα και εξωφρενικά πρωτότυπο.
Η σύγχρονη απανθρωπιά, η κυνικότητα και η αποξένωση παρουσιάζονται μέσα από σπονδυλωτά επεισόδια που περιλαμβάνουν χαρακτήρες όπως ένας κρεοπώλης που στη συνέχεια γίνεται φορτηγατζής και τιμωρός άγγελος, μια μεσήλικη που πουλάει χαρτομάντιλα στα φανάρια, ένας αντιπαθητικός χήρος που βγάζει το ψωμί του βοηθώντας σε διεκπεραίωση υποθέσεων εμπορίας λευκής σαρκός και δυο αλητάκια που ψάχνουν τη χαμένη αδρεναλίνη στον ξυλοδαρμό μέχρι θανάτου. Όλοι συναντούν κάπου τη Νίκη, σε ένα παγκάκι, σε ένα σταυροδρόμι, στο σούπερ μάρκετ και όλοι ασχολούνται μαζί της, γιατί είναι ωραία, αλλά θλιμμένη.
Το θεατρικό χρησιμοποιεί δραματουργικά την τεχνική της αποστασιοποίησης, μας αφήνει ερμητικά κλεισμένους έξω από τα πάθη των ηρώων και, τολμώ να πω, μας δημιουργεί αφόρητη απέχθεια προς τα πρόσωπά τους (ή μπορεί η αίσθηση αυτή να ήταν καθαρά προσωπική). Η σκηνοθεσία της Μάρθας Φριντζήλα δείχνει έντονη προσπάθεια να το χρωματίσει με περισσότερα στοιχεία, όχι ότι δεν αφήνεται και σε ορισμένες ευκολίες (η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη, άλλωστε). Έξυπνη είναι, για παράδειγμα, η επιλογή της να βάλει χάρτινα ταμπελάκια να κρέμονται από τα παλτώ των ηθοποιών, μια πράξη που θέλει να παραπέμψει σε νιχιλιστικού τύπου σχόλια: όπως ένα πτώμα στο νεκροτομείο είναι χωρίς ταυτότητα και μόνο σε ένα καρτελάκι σημειώνονται τα βασικά στοιχεία του ( το συνειρμό βοηθάει εικόνα από το πρόγραμμα της παράστασης), έτσι και οι χαρακτήρες κυκλοφορούν ουσιαστικά χωρίς ταυτότητα, χωρίς κανείς απ’ όσους συναντούν να τους γνωρίζει πραγματικά, αλλά ούτε και οι ίδιοι να γνωρίζουν τα έγκατα της ψυχής τους. Ή σα να είναι προϊόντα προς πώληση και αυτοί, όπως η ανήλικη που ξεπαγιάζει γυμνή στο χιόνι.
Οι ηθοποιοί βάζουν τα δυνατά τους και καταφέρνουν να εμποτίσουν με τόνους απελπισίας και φυσικότητας το ρόλο τους, ειδικά η Ακλίδη και ο Αναστασάκης. Bonus στο Βασίλη Μαντζούκη ή σε όποιον σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει το ξεχασμένο, αλλά που κουβαλάει θολά ζεστές αναμνήσεις τραγούδι για να δώσει φανερή ελληνικότητα στο ασαφές τοπίο του σκηνικού:
Μα τι να πω
Που 'μαι στεγνός από ψιλά κι από παρέα
Και σ’αγαπώ
Γιατί είσαι άπιαστη σαν όλα τα ωραία
Σκηνοθεσία: Μάρθα Φριντζήλα
Σκηνικά - Κοστούμια - Μουσική: Βασίλης Μαντζούκης
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Παίζουν: Πολυξένη Ακλίδη, Γιάννης Αναστασάκης, Δημοσθένης Ελευθεριάδης, Δημήτρης Κουρούμπαλης, Τάνια Παπαδοπούλου, Απόστολος Πελεκάνος, Δημήτρης Τάρλοου, Γαλήνη Χατζηπασχάλη
Θέατρο Πορεία
Τρικόρφων 3-5 & 3ης Σεπτεμβρίου 69, 210 8210991
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου