Σελίδες

28/11/06

Ντόλλυ!


Του Θόρντον Ουάιλντερ
Μετάφραση-σκηνοθεσία: Γιάννης Ιορδανίδης
Σκηνικά-κοστούμια: Γιώργος Πάτσας
Μουσική: Γιούρι Στούπελ
Παίζουν: Χρυσούλα Διαβάτη, Κώστας Σάντας κ.α.


Δε λέω, καλή η ιδέα του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος να λύσει το πρόβλημα ανεργίας στους κόλπους των ηθοποιών ανεβάζοντας παραγωγές με σχεδόν τρεις ντουζίνες από δαύτους. Πέρα όμως από την μεγαλοσύνη αυτού του εγχειρήματος, there is nothing more to it. Η Ντόλλυ δεν καταφέρνει παρά να είναι μια βαρετή «υπερπαραγωγή» που την Κυριακή ολοκλήρωσε και το δεύτερο κύκλο παραστάσεών της. Η πικρία με πλάκωσε ήδη από το πρώτο μισάωρο, γιατί ενώ πήγα στο Βασιλικό με μεγάλες προσδοκίες, τελικά το μόνο άξιο λόγου που βρήκα εκεί ήταν τα καλά σκηνικά του Πάτσα και μια μοναδική ξεχωριστή ερμηνεία: όχι, δυστυχώς, της πρωταγωνίστριας, αλλά του Σάντα ως σωτήριο φως στο τούνελ.

Ένας τσιφούτης μεγαλέμπορος (Σάντας) που κατοικεί σε προάστειο της Νέας Υόρκης αποφασίζει να ξαναπαντρευτεί. Όταν μαθαίνει τον έρωτα της μονάκριβης ανιψιάς του για έναν ζωγράφο, την ξαποστέλνει σε μια θεία για να ξεχάσει αυτόν που εκείνος δεν εγκρίνει. Η Ντόλλυ του τίτλου είναι μια καπάτσα χήρα, που της αναθέτει να του βρει νύφη, αυτή όμως τον έχει στα υπόψιν για την πάρτη της και τελικά τον καταφέρνει. Αυτό το γουστόζικο μιούζικαλ περιγράφει μια ημέρα με αίσιο τέλος, αφού μετά από πολλά μπερδέματα όλοι καταλήγουν να βρουν το ταίρι τους με τραγούδια και χαρές. Η διάχυτη αφέλεια θα μπορούσε να καλυφθεί κάπως μόνο με σπινθηροβόλες ερμηνείες και σφιχτή σκηνοθεσία, αλλά ήδη η άκαιρη επιλογή του έργου κάνει τη στραβή αρχή.

Στους φωτισμούς κυριάρχησε το πορτοκαλί και το μπλε που ανέδειξε εύστοχα το black and white σκηνικό του Πάτσα. Επιβεβαίωσα και εδώ ότι τα λαμπιόνια φοριούνται πολύ φέτος, ως φόρος τιμής στο πάναγνο κιτς. Ο Ιορδανίδης όμως έχασε εκεί που κέρδισε ο Πάτσας. Αντί να δώσει τον ανάλογο ανάλαφρο τόνο και στη σκηνοθεσία, έστησε μια παράσταση που έπεφτε βαριά στο στομάχι. ( άλλη αστοχία, έβαλε τη Διαβάτη να παίζει ενίοτε στα μπροστινά σκαλιά του σκηνικού με αποτέλεσμα να βλέπουμε καταλεπτώς κάθε ρυτίδα—είναι λυπηρό να μην ξέρεις να προστατέψεις τους ηθοποιούς σου! ) Η παράσταση χωλαίνει και στο θέμα της μουσικής. Το τι φαλτσαδούρα άκουσα δε λέγεται. Ήταν τόσο ανάγκη να κάνουν μιούζικαλ στο Κρατικό, χωρίς να έχουν τις κατάλληλες φωνές; Ή ήταν ανάγκη να βάζουν δυο ντουζίνες κομπάρσους να κουνιούνται και να λυγιούνται στα χορευτικά της Στεφανίδου χωρίς το απαραίτητο μπρίο;

Σκέτη απογοήτευση, τελικά, να βλέπεις ότι ο Τσακίρογλου ή όποιος άλλος παίρνει τις μεγάλες αποφάσεις επί των θεαμάτων στερείται παντελώς καλλιτεχνικού κριτηρίου. (το ίδιο ισχύει και για το κακό Όνειρο της Μονής Λαζαριστών στο οποίο θα επανέλθω)

Δεν υπάρχουν σχόλια: