Του Ουίλιαμ Σαίξπηρ
ΚΘΒΕ, Μονή Λαζαριστών, Σκηνή Σωκράτης Καραντινός
Μετάφραση: Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη
Σκηνοθεσία-μουσική επιμέλεια: Πέρης Μιχαηλίδης
Σκηνικά-κοστούμια: Kenny McLellan
Παίζουν: Α. Γκλέτσος, Β. Χριστοδουλίδου, Ι. Παγιατάκη, Κ. Δασκαλάκη κ.α.
Δεν έμαθα πως φάνηκαν στο μεγάλο χορηγό Olympic Airlines οι φετινές παραστάσεις του ΚΘΒΕ (μέχρι στιγμής έχουμε 1-1, με εξαιρετική Πέγκα και καταστρεπτικό Πέρη), αλλά ελπίζω να μη μετανιώσει, και να συνεχίζει να προσφέρει μεγαλόκαρδα τα λεφτά του και την επόμενη σαιζόν, και τη μεθεπόμενη...Γιατί πάντα είναι αναγκαία η επιπλέον χρηματοδότηση—μας αρέσει το πλούσιο θέαμα, γαρ. Αναγκαίο είναι, βέβαια, και ένα κάποιο καλλιτεχνικό κριτήριο, κάτι που δεν αγοράζεται, αλλά ανακαλύπτεται. Χρειάζονται ευαίσθητες κεραίες, γιατί υπάρχουν εκεί έξω και οι ικανοί και οι ταλαντούχοι. Όμως, το δύστυχο Κρατικό δεν τους έχει βρει ακόμη, και πορεύεται προς το παρόν με όσα έχει.
Ο Σαίξπηρ γενικά αποτελεί δικλείδα ασφαλείας για όσους έχουν στερέψει από έμπνευση στην επιλογή δραματολογίου. Ποιος θα κατηγορηθεί επειδή επέλεξε για πολλοστή φορά να ανεβάσει ένα έργο του μεγάλου δραματουργού; Αν όμως χάσει το στοίχημα και δε δώσει κάτι ολοζώντανο και σπαρταριστό, τότε μένει να αναφωνήσουμε...what for? Η πρώιμη ρομαντική κωμωδία του Σαίξπηρ λίγο-πολύ γνωστή: ένας ερασιτεχνικός αντρικός θίασος κάνει πρόβες για να παρουσιάσει την ιστορία της Θίσβης και του Πύραμου στους γάμους του βασιλιά. Ο Θησέας πάλι, την παραμονή του γάμου του, καλείται να πείσει την Ερμεία να μην παντρευτεί τον εκλεκτό της ψυχής της, αλλά τη συμπάθεια του πατέρα της, που όμως με τη σειρά του σέρνει πίσω του την Ελένη, μια άλλη του κατάκτηση. Εν μέσω αυτών, ο βασιλιάς των ξωτικών Όμπερον μαλώνει με την Τιτάνια και ξαμολάει τον Πουκ το ξωτικό να φέρει λίγη ανακατωσούρα σε όλους τους προαναφερθέντες Αθηναίους.
Ο Πέρης Μιχαηλίδης με τους συνεργάτες του, μετέτρεψε το ανάλαφρο Όνειρο σε εφιάλτη. Το όραμα του Πέρη, ήταν ένα Όνειρο από μίγμα τσίρκο και αμαρτωλού μπουντουάρ. Ο ξυλοπόδαρος, ο ταχυδακτυλουργός, τα χορευτικά νούμερα και οι λατέξ φωσφοριζέ φόρμες δε φάνηκε να προσφέρουν λειτουργικά στο να ζωντανέψουν την ευρύχωρη σκηνή. Εκμοντερνισμό, εντυπωσιασμό, ανατροπή της γραμμικότητας προς χάριν πλείστων αναφορών, ό,τι και να είχε στο νου του ο σκηνοθέτης, δε δούλεψε σωστά. Γιατί, καλές οι προθέσεις, αλλά τα καλλιτεχνικά γεγονότα δεν κρίνονται απ’ αυτές, αφού μάλλον σπάνια επιτυγχάνονται.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, δε ξέρει κανείς από που να αρχίσει. Στυλιζάρισμα και προβληματική εκφορά του λόγου για το ζευγάρι Θησέας-Ιππολύτη. Η Ερμεία της Βαλέριας Χριστοδουλίδου αρκείται σε άχαρες πόζες χωρίς ίχνος φυσικότητας, ενώ ο Όμπερον του Γκλέτσου είναι βραδυκίνητος και άχαρος. Ο Λύσσανδρος και ο Δημήτριος επίσης δεν στέκονται στο...ύψος του ρόλου. Μόνο η Ελένη είναι σαν όαση, αφού δημιουργεί κάτι στέρεο τη στιγμή που οι άλλοι με τις κινητικές και λεκτικές τους ασκήσεις κάνουν μια τρύπα στο νερό.
Όσο για τα κοστούμια; Ο θηλυκός Πουκ ντυμένος dominatrix(!) παραπέμπει πιότερο σε Μαρκήσιο ντε Σαντ, παρά Σαίξπηρ, όπως και τα φορεματάκια μόλις-βγήκα-απ’το-μπουντουάρ των δυο κοριτσιών στις σκηνές του δάσους ή οι κινησιολογικές αναφορές σε λαγνεία και ακόρεστο πάθος. Ζητούμενο των αισθητικών επιλογών προφανώς να ενηλικιωθεί το παιχνιδιάρικο Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας και να γίνει λίγο βρώμικο, λίγο έκφυλο, λίγο σαδομαζοχιστικό. Το καταφέρνει, χωρίς όμως να αποφύγει τη βαρετή ανοστιά του ετερόκλητου προχωρημένου πλην όμως πεθαμένου θεάματος με τόνους make-up προς επίφαση ζωής.
1 σχόλιο:
Protimise tin olokliromeni protasi sto Ipogeio tou Theatrou Texnis:)
Δημοσίευση σχολίου