Δύο performers, με όλη την σημασία της λέξης στήνουν ένα επίκαιρο καμπαρέ με αναφορές στην νεοελληνική και όχι μόνο καθημερινότητα. Επί μιάμιση ώρα τραγουδούν, χορεύουν, αλλάζουν δεκάδες διαφορετικά πρόσωπα, μεταμορφώνονται από μαμάδες σε γιάπηδες κι από μικρά παιδιά σε ναρκομανής κι άστεγους. Κι όλα αυτά με καταπληκτική επιτυχία, χωρίς ούτε ένα καταλάγιασμα του γρήγορου ρυθμού και χωρίς να κάνει η παράσταση ούτε μια κοιλιά. Έτσι εξηγείται μάλλον και το γεγονός ότι Τετάρη βράδυ δεν ήταν απλώς sold – out, αλλά το 1/3 των θεατών καθόταν στο πάτωμα μέσα στην σκηνή!
Τα σκετσάκια, εμπνευσμένα από τους τρελούς ρυθμούς της καθημερινότητας μας είναι πανέξυπνα. Τίποτε δεν αφήνει ασχολίαστο η συγγραφική ομάδα, από τις υπερωρίες των εργαζομένων που δεν κάνουν στιγμή χωρίς τους φορητούς υπολογιστές τους, την μανία του Έλληνα με το τσιγάρο που αν μπορούσε δεν θα το αποχωριζόταν ούτε και στο γυμναστήριο, την καινούργια μόδα του politically correct που την ενστερνιζόμαστε μεν αλλά προς το παρόν στην θεωρία, γιατί στην πράξη κολλάμε ακόμη, τα καθημερινά συλαλλητήρια στους δρόμους της Αθήνας, τις ουρές του Ι.Κ.Α., τα παιδιά που χάνονται στον κόσμο των ναρκωτικών, την μανία μας με το κινητό μα πάνω από όλα την μοναξιά μας.
Έξοχοι και οι δύο ηθοποιοί - performers της παράστασης, η Κάτια Γέρου και ο Παναγιώτης Παναγόπουλος. Το δυνατό σημείο της πρώτης είναι αναμφίβολα η ικανότητα της να μεταμορφώνεται σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και να πηδάει σε διαφορετικούς ρόλους από το κοριτσάκι μέχρι την γριά και από την business woman ή την γοητευτική τραγουδίστρια μέχρι την ναρκομανή, με την ίδια πάντα επιτυχία. Η καλύτερη της όμως στιγμή είναι όταν βγαίνοντας από το παιχνίδι των ρόλων απευθύνεται το κοινό με έναν ‘λόγο’ για την ζωή, που ‘είναι ένα δώρο’ και που τόσο άσκοπα σπαταλάμε. Τότε κάποιοι είναι έτοιμη να δακρύσουν, μα ακριβώς εκείνη την στιγμή η ηθοποιός, γιατί δεν ξεχνά την αποστολή της πάνω στην σκηνή, ξαναρχίζει το παιχνίδι του θεάτρου και το κοινό ξεσπά και πάλι σε γέλια από την χαρά. Από την άλλη μεριά ο Παναγιώτης Παναγόπουλος, πέραν του ότι ήταν εξίσου καταπληκτικός στις αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις του, δεν μπορώ να μην αναφέρω τα σκετσάκια που υποδύεται την ελληνίδα μητέρα - νοικοκυρά και τον performer/showman, ξεχωρίζει για τη έξοχη φωνή του και την αδιάλειπτη ζωντάνια του πάνω στην σκηνή.
Τέλος η μουσική του Νίκου Πλάτανου και οι στίχοι του Νίκου Κοροπούλη δένουν έξοχα, θυμίζοντας μου την μουσική που έγραφε ο Κουρτ Βάιλ για τα τραγούδια των έργων του Μπέρτολντ Μπρεχτ. Μακάρι οι ‘μπαλάντες’ της παράστασης να κυκλοφορούσαν κάποια στιγμή και σε cd.
Μετά το δυνατό χειροκρότημα (τρεις ή τέσσερις φορές βγήκαν οι ηθοποιοί και οι μουσικοί στην σκηνή), εντύπωση κάνει το πόσο χαμηλών τόνων είναι και οι Γέρου και Παναγόπουλος --είχαν κοκκινίσει ολόκληροι από την επιμονή του κοινού--σου μένει στο στόμα μια γλυκόπικρη γεύση, ανάμνηση του πολύτιμου δώρου που σου χάρισαν ένα βράδυ κάποιοι καινούργιοι φίλοι που μπορεί και να μην τους γνώριζες πριν από λίγη ώρα, μα, που μέσα σε μιάμιση ώρα έχετε προλάβει και τα έχετε πει όλα.
Τα σκετσάκια, εμπνευσμένα από τους τρελούς ρυθμούς της καθημερινότητας μας είναι πανέξυπνα. Τίποτε δεν αφήνει ασχολίαστο η συγγραφική ομάδα, από τις υπερωρίες των εργαζομένων που δεν κάνουν στιγμή χωρίς τους φορητούς υπολογιστές τους, την μανία του Έλληνα με το τσιγάρο που αν μπορούσε δεν θα το αποχωριζόταν ούτε και στο γυμναστήριο, την καινούργια μόδα του politically correct που την ενστερνιζόμαστε μεν αλλά προς το παρόν στην θεωρία, γιατί στην πράξη κολλάμε ακόμη, τα καθημερινά συλαλλητήρια στους δρόμους της Αθήνας, τις ουρές του Ι.Κ.Α., τα παιδιά που χάνονται στον κόσμο των ναρκωτικών, την μανία μας με το κινητό μα πάνω από όλα την μοναξιά μας.
Έξοχοι και οι δύο ηθοποιοί - performers της παράστασης, η Κάτια Γέρου και ο Παναγιώτης Παναγόπουλος. Το δυνατό σημείο της πρώτης είναι αναμφίβολα η ικανότητα της να μεταμορφώνεται σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και να πηδάει σε διαφορετικούς ρόλους από το κοριτσάκι μέχρι την γριά και από την business woman ή την γοητευτική τραγουδίστρια μέχρι την ναρκομανή, με την ίδια πάντα επιτυχία. Η καλύτερη της όμως στιγμή είναι όταν βγαίνοντας από το παιχνίδι των ρόλων απευθύνεται το κοινό με έναν ‘λόγο’ για την ζωή, που ‘είναι ένα δώρο’ και που τόσο άσκοπα σπαταλάμε. Τότε κάποιοι είναι έτοιμη να δακρύσουν, μα ακριβώς εκείνη την στιγμή η ηθοποιός, γιατί δεν ξεχνά την αποστολή της πάνω στην σκηνή, ξαναρχίζει το παιχνίδι του θεάτρου και το κοινό ξεσπά και πάλι σε γέλια από την χαρά. Από την άλλη μεριά ο Παναγιώτης Παναγόπουλος, πέραν του ότι ήταν εξίσου καταπληκτικός στις αλλεπάλληλες μεταμορφώσεις του, δεν μπορώ να μην αναφέρω τα σκετσάκια που υποδύεται την ελληνίδα μητέρα - νοικοκυρά και τον performer/showman, ξεχωρίζει για τη έξοχη φωνή του και την αδιάλειπτη ζωντάνια του πάνω στην σκηνή.
Τέλος η μουσική του Νίκου Πλάτανου και οι στίχοι του Νίκου Κοροπούλη δένουν έξοχα, θυμίζοντας μου την μουσική που έγραφε ο Κουρτ Βάιλ για τα τραγούδια των έργων του Μπέρτολντ Μπρεχτ. Μακάρι οι ‘μπαλάντες’ της παράστασης να κυκλοφορούσαν κάποια στιγμή και σε cd.
Μετά το δυνατό χειροκρότημα (τρεις ή τέσσερις φορές βγήκαν οι ηθοποιοί και οι μουσικοί στην σκηνή), εντύπωση κάνει το πόσο χαμηλών τόνων είναι και οι Γέρου και Παναγόπουλος --είχαν κοκκινίσει ολόκληροι από την επιμονή του κοινού--σου μένει στο στόμα μια γλυκόπικρη γεύση, ανάμνηση του πολύτιμου δώρου που σου χάρισαν ένα βράδυ κάποιοι καινούργιοι φίλοι που μπορεί και να μην τους γνώριζες πριν από λίγη ώρα, μα, που μέσα σε μιάμιση ώρα έχετε προλάβει και τα έχετε πει όλα.
Σκηνοθεσία: Κυριάκος Κατζουράκης
Σκηνικά – Κοστούμια: Νίκος Πολίτης
Μουσική: Νίκος Πλάτανος
Στίχοι: Γιώργος Κοροπούλης
Χορογραφία: Μαριέλα Νέστορα, Ανδρέας Τρύφωνας
Παίζουν: Κάτια Γέρου, Παναγιώτης Παναγόπουλος
Παίζουν οι μουσικοί: Νίκος Πλάτανος (πιάνο), Τηλέμαχος Μούσας (κιθάρα)
Booze Cooperativa
Κολοκοτρώνη 57, 210-3240994
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου