Σελίδες

3/2/07

American Buffalo

Του Ντέιβιντ Μάμετ

Μετάφραση: Δημήτρης Τάρλοου, Τάσος Μπαντής
Σκηνοθεσία: Αντώνης Καφετζόπουλος
Σκηνικά: Γιώργος Κυριακόπουλος, Νονατέλλα Σπινέλλι
Κοστούμια: Έλενα Γιανίτσα
Φωτισμοί: Γιώργος Γιανέλλης
Παίζουν: Αντώνης Καφετζόπουλος, Δημήτρης Αλεξανδρής, Απόστολος Τότσικας.

Θέατρο Ιλίσια – Βολανάκης

Ο David Mamet είναι αυτός που άφησε τον ερωτοχτυπημένο Jack Nickolson του Postman Always Rings Twice του Bob Rafelson χωρίς τιμωρία. Τον άφησε στο βρώμικο δρόμο να οδύρεται πάνω από το αιμόφυρτο πτώμα της μοιραίας Jessica Lange και δεν τον έστειλε στην ηλεκτρική καρέκλα, όπως επέλεγε ο συγγραφέας του βιβλίου James M.Cain. Από τότε βέβαια, πολλά σενάρια και ταινίες μας ήρθαν από το χαρισματικό συγγραφέα, που παίζει τον προφορικό αμερικάνικο λόγο στα δάχτυλα, όπως και ένα βιβλίο όπου μας δίνει τα φώτα του (On Directing Film/Σκηνοθετώντας μια Ταινία, Μετάφραση Ν. Σαββάτης, Εκδόσεις Πατάκη). Πολλά γράφτηκαν γι’ αυτόν, και τώρα δα, όπως βλέπετε, συνεχίζουν να γράφονται.

Το θεατρικό American Buffalo που ανεβαίνει τώρα σε σκηνοθεσία Α. Καφετζόπουλου είναι ένα από τα πρώτα έργα που του έφεραν αναγνώριση. Ο τίτλος του θεατρικού, που επιμένει να αναλύει τον ανταγωνιστικό και σκληρό κόσμο των ανδρών —όπως και το Glengarry Glen Ross, το οποίο του έφερε αργότερα το Pulitzer— αναφέρεται στον αμερικανό βούβαλο που εικονίζεται στη μια πλευρά ενός παλιού νομίσματος. Ενός νομίσματος που είναι η αφορμή να αρχίσει να οργανώνεται το σχέδιο κλοπής μιας συλλογής πολύτιμων νομισμάτων, που δυστυχώς, όχι μόνο θα καταλήξει σε φιάσκο, αλλά θα τσακίσει και τις καλές μέχρι τότε σχέσεις των τριών πρωταγωνιστών.

Η μετάφραση είναι το βασικό χαρακτηριστικό για την καλή αρχή ενός τέτοιου ανεβάσματος. Και όταν το dickhead μεταφράζεται ψωλομούρης (για να αναφέρω ένα μόνο τρανταχτό παράδειγμα), σίγουρα η μετάφραση δεν είναι η καλύτερη δυνατή. Η σκηνοθεσία είναι το δεύτερο, και εδώ ο Καφετζόπουλος δε θα λεγα ότι τα πήγε πολύ καλά. Οι διδασκαλίες του στους συμπρωταγωνιστές του ήταν ολίγον άστοχες—εκτός και αν ο Αλεξανδρής και ο Τότσικας έκαναν όλα τα αντίθετα. Ο ίδιος πάντως αυτοσκηνοθετήθηκε παραπάνω από ικανοποιητικά. Επειδή όμως το θέατρο είναι ομαδικό άθλημα, η επικοινωνία των ηθοποιών είναι απαραίτητο συστατικό της ζωντάνιας και της φυσικότητας της παράστασης, κάτι που έλειπε εδώ τόσο φωναχτά, σε σημείο να βλέπεις τους ηθοποιούς να εκστομίζουν τις παράτες τους προς τη μεριά των συμπρωταγωνιστών, όχι όμως να απευθύνονται πραγματικά σ’ αυτούς.(δυστυχώς, γενικευμένο φαινόμενο φέτος)

Ήρθε η ώρα να φερθώ κατά του κοινού, κάτι που δε συνηθίζω, αλλά εδώ επιβάλλεται. Δεν μπορώ να εννοήσω πως καταφέρνουν οι θεατές να ταυτίζουν τους ηθοποιούς τόσο πολύ με τις τηλεοπτικές περσόνες τους, ώστε να μην μπορούν να τους δουν αυτόνομα. Δυστυχώς, σε όλη τη διάρκεια της παράστασης το τηλεορασόπληκτο κοινό νόμιζε ότι είχε μπροστά του τον τηλεοπτικό Ακάλυπτο, και σε κάθε δεύτερη ατάκα του Καφετζόπουλου ξεσπούσε σε χάχανα, χωρίς να υπάρχει τίποτα αστείο. Καταλαβαίνετε τη δυσφορία μου να βρίσκομαι σε δυσάρεστη θέση να υποφέρω άσκοπους γέλωτες και τις σπαστικές—σε στυλ μαριονέτας indeed—κινήσεις του Αλεξανδρή. Το μόνο εξαιρετικά επιτυχημένο επάνω του ήταν η αγκράφα της ζώνης του, ένα ασημί κεφάλι βούβαλου με μεγάλα κέρατα, εύστοχα η υπεύθυνη κοστουμιών προσπάθησε να δείξει τον μόνιμο θυμό και τη θρασυδειλία του ή να τον παρομοιάσει ως ταύρο εν υαλοπωλείω.

Όπως και να 'χει, ένα τέτοιο θεατρικό με το χαρακτηριστικό κοφτό και έξυπνο λόγο (έχει και όνομα, mametspeak) των τριών κακομοίρηδων small time crooks, δεν μπορεί να χαλάσει την απόλαυση του θεατή, όσα ψεγάδια και να έχει το ανέβασμα. Κρατάει το ενδιαφέρον του, ιδίως για όσους δεν ενοχλούνται ιδιαίτερα με τεχνικά ζητήματα φίνας υποκριτικής και παίξιμο συνόλου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: