Ούτε με μεταμοντέρνο pastiche ούτε με μουντό ανέλπιδο τοπίο δεν έχει σχέση η επιλογή του Εθνικού για το θέατρο Κάππα στην Κυψέλη, πράγμα που την κάνει περισσότερη προσιτή σε ποικίλο κοινό. Ένας συγγραφέας που χειρίζεται τα τερτίπια του λόγου και της θεατρικής σύμβασης με ρηξικέλευθο τρόπο και βάζει το θεατή να γνωρίζει από πολύ νωρίς κρυφές λεπτομέρειες που οι πρωταγωνιστές του έργου ούτε ξέρουν πότε θα τους αποκαλυφθούν, ο Carl Sternheim, όχι ιδιαίτερα γνωστός στην Ελλάδα (ο Χουβαρδάς είναι αυτός που πρωτοανέβασε Το Βρακί στο Αμόρε το ’98 και συνεχίζει να ενδιαφέρεται για το έργο του), περιγράφει την απληστία και τη φιλοχρηματία της αστικής τάξης. Η Κασετίνα/Die Kassette ανήκει στον κύκλο έργων που έγραψε τη δεκαετία 1911-22 με τον τίτλο Ο ηρωικός βίος των μικροαστών και η τωρινή σκηνοθεσία ακολουθεί μια γραμμή υπερβολής στο παίξιμο και μια καρικατουρίστικη διαγραφή των ρόλων (κόντρα παίξιμο το ονόμασαν) παρόλο που οι καταστάσεις που περιγράφει δεν έχουν απαραίτητα χιουμοριστική χροιά.
Όμως, αυτή ακριβώς η σκηνοθετική επιλογή είναι που κάνει αυτή τη σάτιρα ηθών φρέσκια και διασκεδαστική, εκεί που θα μπορούσε να την κάνει ακόμη ένα βαρύ θεατρικό από αυτά που μας προτρέπουν να τα δέσουμε στο λαιμό μας και να πέσουμε στη θάλασσα, με την υπόσχεση ότι θα μας πάνε κατευθείαν στον πάτο. Η μουσική δημιουργία που συνοδεύει την παράσταση είναι η πιο έξυπνη και καλύτερα δικαιολογημένη γι’ αυτή τη σαιζόν τουλάχιστον: ο Βόμβολος έχει συνθέσει ανθρώπινες φωνές (αναστενάγματα, επιφωνήματα, ροχαλητά) σε ρυθμό τριών τετάρτων (που κάποτε, λέει, ήταν ο μόνος επιτρεπόμενος ρυθμός, για να θυμίζει την Αγία Τριάδα), δηλαδή σε βαλσάκι, και φαντάζεται ότι αυτοί οι ήχοι ακούγονται μέσα από ένα μουσικό κουτί, με το οποίο παρομοιάζεται η οικία των Κρουλ –εφόσον οι χαρακτήρες και δη οι αντρικοί λειτουργούν με ένα συγκεκριμένο μηχανικό τρόπο υπό την επήρεια των μετοχών που η θεία- Έρση Μαλικέντζου κρατάει υπό την κατοχή της.
Είναι ένα από αυτά τα θεατρικά που οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες δε γίνονται ιδιαίτερα συμπαθείς, μας κερδίζουν όμως οι δεύτεροι χαρακτήρες. Η μόνιμη εξωστρέφεια και υπερκινητικότητα του Κλέωνα Γρηγοριάδη εδώ συνάδει με το ρόλο του, η βλοσυρή Μαλικέντζου είναι το τέλειο αντίθετο της αισθησιακής Εύας Σαουλίδου και η σκηνογραφική σύμπτυξη στην υποτιθέμενη κεντρική σάλα του αστικού σπιτιού με τους χαρακτήρες να κρυφακούν ή να παραμονεύουν πίσω από τις έξι πόρτες χαρίζει έξοχες δραματικές και χιουμοριστικές στιγμές, χωρίς βέβαια να μας χαριστεί στο τέλος, όταν όλοι μαζεύονται στην αρένα και παγιδεύονται μέσα σε ένα και μόνο δίχτυ: την ξύλινη κασετίνα που αντιπροσωπεύει τη μόνη κυρίαρχη δύναμη και ασφάλεια της κοινωνικής τους τάξης.
Όμως, αυτή ακριβώς η σκηνοθετική επιλογή είναι που κάνει αυτή τη σάτιρα ηθών φρέσκια και διασκεδαστική, εκεί που θα μπορούσε να την κάνει ακόμη ένα βαρύ θεατρικό από αυτά που μας προτρέπουν να τα δέσουμε στο λαιμό μας και να πέσουμε στη θάλασσα, με την υπόσχεση ότι θα μας πάνε κατευθείαν στον πάτο. Η μουσική δημιουργία που συνοδεύει την παράσταση είναι η πιο έξυπνη και καλύτερα δικαιολογημένη γι’ αυτή τη σαιζόν τουλάχιστον: ο Βόμβολος έχει συνθέσει ανθρώπινες φωνές (αναστενάγματα, επιφωνήματα, ροχαλητά) σε ρυθμό τριών τετάρτων (που κάποτε, λέει, ήταν ο μόνος επιτρεπόμενος ρυθμός, για να θυμίζει την Αγία Τριάδα), δηλαδή σε βαλσάκι, και φαντάζεται ότι αυτοί οι ήχοι ακούγονται μέσα από ένα μουσικό κουτί, με το οποίο παρομοιάζεται η οικία των Κρουλ –εφόσον οι χαρακτήρες και δη οι αντρικοί λειτουργούν με ένα συγκεκριμένο μηχανικό τρόπο υπό την επήρεια των μετοχών που η θεία- Έρση Μαλικέντζου κρατάει υπό την κατοχή της.
Είναι ένα από αυτά τα θεατρικά που οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες δε γίνονται ιδιαίτερα συμπαθείς, μας κερδίζουν όμως οι δεύτεροι χαρακτήρες. Η μόνιμη εξωστρέφεια και υπερκινητικότητα του Κλέωνα Γρηγοριάδη εδώ συνάδει με το ρόλο του, η βλοσυρή Μαλικέντζου είναι το τέλειο αντίθετο της αισθησιακής Εύας Σαουλίδου και η σκηνογραφική σύμπτυξη στην υποτιθέμενη κεντρική σάλα του αστικού σπιτιού με τους χαρακτήρες να κρυφακούν ή να παραμονεύουν πίσω από τις έξι πόρτες χαρίζει έξοχες δραματικές και χιουμοριστικές στιγμές, χωρίς βέβαια να μας χαριστεί στο τέλος, όταν όλοι μαζεύονται στην αρένα και παγιδεύονται μέσα σε ένα και μόνο δίχτυ: την ξύλινη κασετίνα που αντιπροσωπεύει τη μόνη κυρίαρχη δύναμη και ασφάλεια της κοινωνικής τους τάξης.
Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία: Βίκτωρ Αρδίττης
Σκηνικά-κοστούμια: Λιλή Κεντάκα
Μουσική-ήχος: Κώστας Βόμβολος
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Παίζουν: Έρση Μαλικέντζου, Ταξιάρχης Χάνος, Κλέων Γρηγοριάδης, Εύη Σαουλίδου, Σύρμω Κεκέ, Έμιλυ Κολιανδρή, Θανάσης Δήμου
Εθνικό Θέατρο - Θεάτρο Κάππα
Κυψέλης 2, 210 8831068
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου