Σελίδες

25/2/08

Misery

του Stephen King

Ο Stephen King, εκτός από ιστορίες επιστημονικής φαντασίας ή φανταστικών κόσμων, γράφει και για θέματα πιο απλά και καθημερινά, αλλά καθόλου συνηθισμένα –σαν αυτά τα αναπάντεχα νέα που διαβάζουμε μερικές φορές στην εφημερίδα και δεν μπορούμε να τα πιστέψουμε. Είναι καθημερινά όμως, υπό την έννοια ότι συμβαίνουν σε κανονικούς ανθρώπους και σε έναν κόσμο χωρίς φοβιστικά υπερφυσικές απολήξεις, τερατώδη πλάσματα ή στιγμιαίες τηλεμεταφορές, δηλαδή σε έναν κόσμο βαρετό σαν το δικό μας.

Τέτοια ιστορία είναι και το Misery, για έναν συγγραφέα --το δεύτερο ύστερα από αυτόν στο Shining του Kubrick-- που έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα καταξίωσης, ώστε να πίνει σαμπάνιες Dom Perignon, αλλά μισεί την ηρωίδα του Misery Chastain και έχει βαλθεί να τη σκοτώσει για να προχωρήσει παραπέρα. Εν ολίγοις, η μιζέρια του τίτλου είναι ολότελα παραπλανητική, ούτε καν η ηρωίδα του που έχει αυτό το άχαρο όνομα είναι τελικά μίζερη, αφού του αποφέρει τόσο χρήμα και φανατικούς θαυμαστές. Αυτοί οι τελευταίοι πάντως, αποδεδειγμένα του δημιουργούν μείζον πρόβλημα, πιο συγκεκριμένα η Number One Fan του, η Annie Wilkes. Που όντας stalker του για κάποια χρόνια, αποφασίζει να κινηθεί πιο δραστικά εφεξής: τον σώζει από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα στα χιονισμένα βουνά του Colorado και τον κρατάει τρυφερά δέσμιο στο απομονωμένο κτήμα της, με την σαφή ελπίδα να την ερωτευτεί μέχρι θανάτου. Ένα βιβλίο συνηθισμένου μεγέθους (τριακοσίων σελίδων και άνω) που πίσω από το horror κρύβει συμβολισμούς για τη δημιουργική διαδικασία, τα βάσανα του writer’s block και το δώρο της έμπνευσης, γίνεται οσκαρική ταινία 107 λεπτών το 1990 και ύστερα περιορισμένης επιτυχίας δίωρο θεατρικό, και εδώ οφείλω να εστιάσω αναγκαστικά.

Ο Simon Moore είναι ο αυτουργός της θεατρικής μεταφοράς: πετσοκόβει τους δευτερεύοντες χαρακτήρες (το σερίφη της περιοχής και την ατζέντισσα του συγγραφέα – Lauren Bacall on screen) και ξαναγράφει το εφιαλτικό στορι για δύο, κάτι που το κάνει πιο μονότονο και κλειστοφοβικό, όντας περιορισμένο στο εσωτερικό του σπιτιού της Annie. Το θεατρικό ανέβηκε και συνεχίζει να ανεβαίνει σε διάφορες σκηνές στις θεατρικές πρωτεύουσες εντός εκτός και επί τα αυτά και ως αποτέλεσμα ανακύκλωσης του ρεπερτορίου έφτασε και στην Αθήνα στο Θέατρο Χώρα σε σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια.

Ειλικρινά, η ένστασή μου είναι προς τη θεατρική μεταφορά εξαρχής. Χάνει τόσο πολύ σε σχέση με την ταινία, που είναι μάλλον καλύτερα ο θεατρόφιλος που θα θελήσει να ζήσει στο ζοφερό σύμπαν του φυλακισμένου συγγραφέα στο Χώρα, να μην την έχει δει ή να μην τη θυμάται καθόλου, ώστε να αποφύγει ανώφελες συγκρίσεις. Το σκηνικό εδώ έχει τη στατικότητα μιας ενιαίας ψιλοάδειας σκηνής με σχετικό βάθος και με δυο παχιές κολόνες που ενοχλούν τη θέαση στους καθήμενους στο πλάι και όχι μετωπικά στη σκηνή. Η Ανέζα Παπαδοπούλου-Annie δεν είναι η συμπαθής φεγγαροπρόσωπη Kathy Bates (που τιμήθηκε με Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου για τη δική της ερμηνεία) που μας πιάνει κορόιδα με τη φαινομενική καλοσύνη της. Εκεί, η αγωνία κλιμακώνεται ακριβώς επειδή ταξιδεύουμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα: η Annie φαίνεται γλυκιά, όλο φροντίδα για τον άρρωστο Paul με τον πουριτανισμό της να συνάδει στην παραπλανητική εικόνα που δημιουργεί. Tο σχέδιο παντοτινού εγκλεισμού που έχει καταστρώσει και η ψυχολογική της ιδιορρυθμία αποκαλύπτεται σταδιακά και σε μας και στον ίδιο τον Paul. Εδώ ο σκηνοθέτης δίδαξε μια κλοουνίστικη και απεχθή Number One Fan, επίπεδη και θεόμουρλη από την αρχή μέχρι το τέλος (το κοστούμι της φωτογραφίας με το οποίο ο Ανέζα κάνει grand entrance δεν αφήνει καμιά αμφιβολία γι’ αυτό). Επιπλέον, το ερμηνευτικό βάρος πέφτει κυρίως σ’ αυτήν αφήνοντας τον Ψαρά να καταφτάνει τελευταίος και καταϊδρωμένος βογγώντας στο κρεβάτι του πόνου.

Η διαπίστωση, εν κατακλείδι, είναι ότι ένα μεγάλο κείμενο, όσα σκαμπίλια κι αν του δώσεις (κειμενοπροσαρμοστικά, ερμηνευτικά, σκηνοθετικά), συνεχίζει να ζει και αναπνέει με αξιοπρέπεια. Λίγη ή περισσότερη ανία όμως δε τη γλιτώνετε.
Μετάφραση: Αντώνης Γαλέος
Σκηνικά- Κοστούμια: Αναστασία Αρσένη
Φωτισμοί: Ανδρέας Μπέλης
Μουσική Επιμέλεια: Ελεάνα Βραχάλη
Παίζουν: Νίκος Ψαράς, Ανέζα Παπαδοπούλου

Χώρα -Eξώστης
Αμοργού 20, Κυψέλη, 210 8673945

23/2/08

Iονέσκο live

Του Ευγένιου Ιονέσκο

Κύριο χαρακτηριστικό στο θέατρο παραλόγου του Ιονέσκο είναι η δυσκολία έως και η έλλειψη πραγματικής επικοινωνίας και εν τέλει συνεργασίας και συνύπαρξης των ατόμων μιας περιέργα αναγνωρίσιμης κάθε φορά κοινότητας που αφήνει τα μέλη της ένα - ένα έκθετα σε μια ανυπεράσπιστη και επί της ουσίας τραγική μοναξιά. Στην κεντρική σκηνή του θεάτρου Αργώ της Αιμιλίας Υψηλάντη παρουσιάζεται μια σύνθεση σε ενιαία παράσταση τριών μονοπράκτων έργων του Γάλλου δραματουργού (Το μάθημα, Η Φαλακρή Τραγουδίστρια, Οι καρέκλες) σε συμπαραγωγή με τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Καβάλας και Κοζάνης. Στην παράσταση που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Κακλέας ο θεατής νιώθει την ευφορία αλλά και τη σκληρότητα ενός περισσότερο από ποτέ σύγχρονου, ολοζώντανου και ολόφρεσκου Ιονέσκο.

Στο Μάθημα η αδυναμία ανθρώπινης επικοινωνίας προβάλλεται μέσα από το πρίσμα της σχέσης δάσκαλου - μαθητή ή σαφέστερα μαθήτριας... για να γίνουμε και πιό σκανδαλιάρικα συγκεκριμένοι. Ο γκροτέσκος τρόπος και ο παραμορφωτικός φακός του Ιονέσκο μάλιστα αλλοιώνει τόσο τα πράγματα εδώ και αναδεικνύει το αδιέξοδο της τελματωμένης επιστημοσύνης που φτάνει μέχρι και την αφαίμαξη -και μάλιστα με μαχαίρι- κάθε διαφορετικής ελεύθερης και δημιουργικής σκέψης που ξεφεύγει από την ευθεία και πεπατημένη οδό. Σκηνοθετημένο το μονόπρακτο του 1950 σαν ένα παιχνίδι του μυαλού με έναν αλά Dr Jekyll and Mr Hyde Γιώργο Γιαννούτσο δάσκαλο και μια punk εύθραυστη και σπαρακτική μαθήτρια Βάνα Πεφάνη βρίσκει στην παράσταση του Κακλέα όλο το καυστικό, εφιαλτικό και σαρκαστικό περιεχόμενό του.

Στο πιό γνωστό από τα τρία μονόπρακτα αλλά και το πρώτο από τα θεατρικά έργα του ίδιου του Ιονέσκο μόλις το 1948 με τον ξεκάρφωτο τίτλο Η Φαλακρή τραγουδίστρια πολύ γρήγορα ξεφεύγει κανείς από την αφόρητη πλήξη και τον σκαμπρόζικο έως σαδομαζοχιστικό ερωτισμό των Martin και Smith καθώς και από την μπλε και κόκκινη σαν αγγλική σημαία οπτική τους για να διαπιστώσει πως αυτό που στ΄αλήθεια "καίει" τυραννικά σαν πυρκαγιά τις ζωές και τον εγκέφαλό τους είναι η απουσία αυτού καθαυτού ενός συγκεκριμένου συγκλονιστικού γεγονότος. Ακόμα και ο χρόνος γίνεται μια ανακοίνωση πολλές φορές ξεχαρβαλωμένη στο ρολόι που αγόρασε ο αλλοπρόσαλλος μα ευχάριστος κύριος Smith - Κώστας Φλωκατούλας. Εδώ ο Κακλέας δίνει με την συνδρομή της αφοπλιστικής ειλικρίνειας των ηθοποιών του τον καλύτερο του εαυτό. Μέσα σε ένα σκηνογραφικό πανδαιμόνιο χρωμάτων ταξιδεύουμε στο Λονδίνο των Beatnicks, η υπηρέτρια Μαίρη - Νικολίνα Μουαΐμη γίνεται ένα punk διαβολάκι Sex Pistols τύπου, η Αιμιλία Υψηλάντη φοράει μια απίστευτου κάλλους κορδέλα στα μαλλιά και αξιοποιεί στο έπακρο του αφασικά κωμικού την ορθοφωνική προφορά της και η σκηνοθεσία υπογραμμίζει με τα καίρια τηλεοπτικά και εθνικο - πολιτικά σχόλιά της τον απόλυτο σουρεαλισμό που το ίδιο το έργο υπαγορεύει.

Στις Καρέκλες τέλος του 1951 μεταφερόμαστε σε μία εντελώς διαφορετική από προηγουμένως, ασπρόμαυρη ατμόσφαιρα. Αποκομμένοι και αποκλεισμένοι σε ένα μακρινό νησί και σε έναν χώρο σα φάμπρικα δυό ανήμποροι πιά άνθρωποι, ένα ακόμα περίεργο ζευγάρι του Ιονέσκο που ακόμα και στα γεράματα του παίζει και ερωτοτροπεί, όπως και όσο μπορεί, περιμένει την έλευση πλήθους ανθρώπων μπροστά στους οποίους θα αποκαλύψει το μέγα μυστικό της ζωής. Οι θέσεις λίγες για να καλύψουν τις ορδές θεατών που καταφτάνουν. Ανύπαρκτοι πάντα στη σκηνή μα ζωντανοί στην φαντασία των θεατρίνων θεατές. Κι εκείνοι παρατάσσουν τις καρέκλες για το υπέρογκο φιλοθεάμον κοινό ανεπαρκείς να καλύψουν τις ανάγκες και τα γούστα του μάλλον. Εδώ η σκηνοθεσία παίζει με τις έννοιες του αποκλεισμένου και του αποκλειστικού, το συγκλονιστικό γεγονός εδώ φαίνεται να είναι η αποκλειστική είδηση του μυστικού της ζωής δύο ξεχασμένων και αποκλεισμένων ανθρώπων και ο Γιάννης Στεφόπουλος και η Νικολίνα Μουαΐμη μας χαρίζουν δύο βαθιά ανθρώπινες ερμηνείες.

Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές
Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας
Μουσική: Ιάκωβος Δρόσος
Σκηνικά: Γιώργος Λυντζέρης
Κοστούμια: Ειρήνη Τσακίρη
Χορογραφία: Κυριάκος Κοσμίδης
Βίντεο: Πίνδαρος Ανδριόπουλος, Χάρης Λαλούλης
Φωτισμοί: Γιώργος Τέλλος
Παίζουν: Αιμιλία Υψηλάντη, Κώστας Φλωκατούλας, Βάνα Πεφάνη, Γιάννης Στεφόπουλος, Γιώργος Γιαννούτσος, Νικολίνα Μουαΐμη

Θέατρο Αργώ
Ελευσινίων 15, Μεταξουργείο, 210 5201684-5

22/2/08

Φρίντα - Φρίντα (με το βλέμμα της Φρίντα)

της Εστέρ Αντρέ Γκονζάλεζ

Στο τέλος αυτό που μένει ολοζώντανο είναι τα έργα μας. Η κοινότυπα γκρίζα ετούτη φράση αποκτά ιδιαίτερο χρώμα ή και χρώματα όταν τα έργα που απομένουν είναι ζωγραφικά αριστουργήματα και ιδιαίτερα όταν ζωγράφος τους είναι η πολύχρωμη και εντυπωσιακή Frida Kahlo. Η παράσταση που έχει στηθεί στην δεύτερη σκηνή του θεάτρου της οδού Κεφαλληνίας δεν είναι ακόμα μία παρουσίαση της βιογραφίας της Μεξικάνας ζωγράφου με την πολυτάραχη και περιπετειώδη ζωή, αλλά περισσότερο ένα λαμπερό αποτύπωμα σε ολοζώντανο θεατρικό καμβά ετούτη την φορά όχι απλώς μεμονομένων γεγονότων - σταθμών στη ζωή της, αλλά στοιχείων που αναδεικνύουν ξεκάθαρα τις γραμμές που χάραξαν την ουσία του χαρακτήρα της.

Η Εστέρ Αντρέ Γκονζάλεζ, Μεξικάνα κι η ίδια στην καταγωγή, με αφομοιωμένη προφανώς στην κουλτούρα της την τέχνη της Kahlo έστησε στη μικρή σκηνή του Κεφαλληνίας με τον πλέον αυθεντικό και ειλικρινή τρόπο μια αναζωογονητική και ουσιαστικά εντυπωσιακή παράσταση που θα μπορούσε χωρίς αμφιβολία να χαρακτηριστεί ένας ύμνος στην ίδια τη ζωή. Μοίρασε το πνεύμα της ζωγράφου -που αποτύπωσε το δισυπόστατο του χαρακτήρα της στον πίνακα "The two Fridas" εξάλλου- σε δύο χαρισματικές πραγματικά ηθοποιούς για να εκφράσει τόσο την ανυπόταχτη και αγέρωχη ψυχή με τις ινδιάνικες ακαταπόνητες καταβολές όσο και την εσωστρεφή πνευματική προσωπικότητα που προσπάθησε να καταλάβει και να αποτυπώσει με την τέχνη της όλο το μυστήριο της ζωής καθώς ερχόταν διαρκώς αντιμέτωπη με το μεγάλο αδιέξοδο του θανάτου.

Τόσο η Φένια Παπαδόδημα όσο και η Κωνσταντίνα Τάκαλου καταδύονται στα άδυτα της προσωπικότητας της ζωγράφου που κατέκτησε τον κόσμο χωρίς να φείδονται να της χαριστούν ούτε λεπτό για να ξαναφέρουν πάλι στο φως, μέσα από τη δική τους εκφραστικότητα και διαθεσιμότητα, αναγεννημένα πιά, με όλα τα χρώματα και τις αποχρώσεις, το χιούμορ της, τη χαρά και το σαρκασμό με τα οποία και η ίδια η Φρίντα διαπραγματεύτηκε την ζωή της. Ακόμα και ο θάνατος εδώ ακούγεται σαν ένα σπαραχτικό τραγούδι ισπανικό κι αφήνεσαι στη φωνή του Γιάννη Φίλια γλυκά να στον τραγουδήσει ή ακόμα ακόμα έχει τη γεύση από ρόφημα -έκπληξη μεξικανικό που λίγο πριν την παράσταση η Φρίντα αυτοπροσώπως κερνάει.

Σκηνοθεσία: Εστέρ Αντρέ Γκονζάλεζ
Μετάφραση: Εστέρ Αντρέ Γκονζάλεζ - Χρήστος Κωνσταντέλος
Σκηνικά - Κοστούμια: Χρήστος Κωνσταντέλος
Φωτισμοί: Τάσος Ζαφειρόπουλος
Μουσική: Ορέστης Καμπερίδης
Παίζουν: Φένια Παπαδόδημα, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Γιάννης Φίλιας

Θέατρο οδού Κεφαλληνίας - Β σκηνή
Κεφαλληνίας 16, Κυψέλη,Τηλ. 210-8838727

21/2/08

Από δω και πέρα μόνο Happy End

της Γεωργίας Μαυραγάνη

Η νέα δουλειά της Γεωργίας Μαυραγάνη έχει και φέτος όλα τα συστατικά της επιτυχίας: τη Βάσω Καβαλιεράτου που μας κλείνει το μάτι από ένα κάρο μεριές (τι Ψυχραιμία, τι Ζελόβ, όλα τα προλαβαίνει αυτό το κορίτσι), τον Αντώνη Ντουράκη που είναι σταθερός της παρέας, τον καταπληκτικό εξώστη του Χώρα και κάτι μαγευτικές μουσικές. Η Γεωργία που ειδικεύεται στην ανάλυση των φαντασιώσεών μας φέρνει επιτέλους φέτος επί σκηνής ένα πολυετές δικό της όνειρο και ένα διαχρονικό αγαπημένο (κοριτσίστικο κυρίως) παραμύθι: το Breakfast at Tiffany’s. Με μια ματιά αρκούντως κριτική, γεμάτη ειρωνεία και παιχνιδιάρικη διάθεση, ξαναδιαβάζει τη νουβέλα του Truman Capote στην οποία βασίστηκε η ταινία του Blake Edwards και την διαμορφώνει ταιριαστά πατώντας παράλληλα και σε κομβικές σκηνές της κινηματογραφικής μεταφοράς. Το αποτέλεσμα είναι διαφορετικό και από τα δύο, οι ήρωες είναι εδώ περισσότερο αληθινοί και μόνο δυο μέτρα απόσταση από μας, άντε και κάποιες στιγμές, λίγο πιο γυμνοί.

Η αγαπημένη μας Holly Golightly, ένα κορίτσι με μπερδεμένο παρελθόν που ξεκίνησε από κάποια επαρχία κι έφτασε στη μαγευτική μεγαλούπολη για να μπλεχτεί στα δίχτυα της, αλλάζει εντελώς σχήμα και μορφή. Εκτός από το μικρό μαύρο φόρεμά της φοράει και το σώμα της Βάσως Καβαλιεράτου και αφήνει τις πέρλες κατά μέρος. Όταν ο Αντώνης Ντουράκης επιμένει να τον ερωτευτεί, αυτή σχεδόν ενδίδει, γιατί όπως καλά ξέρουμε ο επιμένων νικά, αφού πρώτα ξεπεράσει ανυπέρβλητα εμπόδια. Εμπόδια όχι μικρά, αν θυμηθούμε τον τρόπο με το οποίο συμπληρώνουν το εισόδημά τους και οι δυο τους πριν ερωτευτούν: χρεώνοντας κατιτίς παραπάνω σε όσους επιθυμούν τα νιάτα και την ομορφιά τους.

Το ζεύγος όμως θα ήταν πολύ μόνο στη σκηνή, αν δεν είχε λαμπερούς ανθρώπους να παίρνουν μέρος στις δεξιώσεις τους. Ο Χρήστος Θεοδωρίδης σηκώνει στους ώμους του το βάρος όλων των υπόλοιπων ρόλων φορώντας καπέλα, γυαλιά και άλλα βοηθητικά σύνεργα. Μεταμορφώνεται από κυρία με τουρμπάνι μέχρι μόνιμο αφηγητή-κομπέρ της παράστασης που μας τραγουδάει κι όλας. Εντωμεταξύ, το σέξι ζευγάρι Holly και Paul σα δυο σκανδαλιάρικα παιδιά πάνε σε πάρτι, κάνουν βόλτα στο πάρκο και στη βιβλιοθήκη, κλέβουν (και μετά επιστρέφουν) πράγματα από το κοινό και κυνηγούν μια γάτα δίχως όνομα.

Σιωπές, βλέμματα, αγγίγματα μας πείθουν για την αλήθεια του έρωτά τους, η live μουσική και η φωνή της Σαρρή μας εκπλήσσει ευχάριστα μεν (αν και έχει ακόμη δουλειά, μικρή είναι ακόμη, άλλωστε) και το βεβιασμένο happy end μας δίνει αυτό που θέλουμε, όχι χωρίς να μας περιπαίζει κάπως για αυτή μας την αδυναμία. Γιατί, ναι, είμαστε από σάρκα και όχι από πέτρα και η Γεωργία Μαυραγάνη το γνωρίζει καλά. Αντί να μας αφήσει να βουλιάξουμε στη θλίψη ενός απραγματοποίητου έρωτα (όπως συμβαίνει στο βιβλίο), φέρνει μια μικρή ανατροπή, ένα ευχάριστο μπέρδεμα και μας βάζει να ακούμε τη σωστή, πασπαλισμένη με χρυσόσκονη χόλιγουντ εκδοχή της ιστορίας: τις προετοιμασίες των δυο για μια κοινή ζωή. Και ζήσαν αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα.

Σκηνοθεσία: Γεωργία Μαυραγάνη
Σκηνικά/ Κοστούμια: Βασίλης Μπαρμπαρίγος
Φωτισμοί: Γιώργος Φακούρας
Ζωντανή Ορχήστρα: Μάνος Ροβίθης, Κωστής Ζουλιάτης, Σοφία Σαρρή
Επιμέλεια Κίνησης: Χρήστος Θεοδωρίδης
Παίζουν: Αντώνης Ντουράκης, Βάσω Καβαλιεράτου, Χρήστος Θεοδωρίδης

Θέατρο Χώρα -Σκηνή Μικρή Χώρα
Αμοργού 20, Κυψέλη, 210 8673945

16/2/08

Inoubliable | Video Report

του Βασίλης Χριστοφιλάκη


Ένας serial killer που σκοτώνει ύστερα από πολλή και συγκροτημένη σκέψη δεν είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Ο James εκδικείται τους μικροπρεπείς ανθρώπους, όσους τον κοροϊδεύουν για τη διαφορετικότητά του, όσους πουλάνε μούρη, όσους γενικά θα θέλαμε κι εμείς άνετα να χαστουκίσουμε, αν μη τι άλλο. Ο Χριστοφιλάκης ορεξάτος για παιχνίδια με το λόγο δίνει ένα καλογραμμένο (τόσο που θα διασκέδαζε εξίσου και στο χαρτί) σπονδυλωτό, νιχιλιστικό θεατρικό για μια κοινωνία που μονάχα με ειρωνεία μπορεί να αντιμετωπιστεί, μια κοινωνία στην οποία "η αυτοεκτίμηση έχει πιάσει πάτο και τα κορίτσια αγοράζουν Wonderbra". Στο απάνθισμα σκηνών του παραπάνω clip περιλαμβάνεται και η αγαπημένη μας, το Scrabble, μέρος της συνομιλίας του James με το κουκλάκι και άλλα τρελά. Απολαυστικό μαύρο χιούμορ, black and white σκηνικά και κοστούμια, διασκεδαστικές μουσικές και δυνατές ερμηνείες. Για τον Καλπακίδη (Διάβολος, Ισπανός) μιλούν οι περισσότεροι, ο δολοφόνος-Σιούλης έχει αποκτήσει ήδη θαυμάστριες και τα κορίτσια, η μοιραία Βλάχου και η χαμαιλεοντική Πουλουτιάδου συμπληρώνουν μια ομάδα που απευθύνεται σε όσους έχουν το φλέγμα και τη μετα-μοντέρνα τόλμη να 'ρθουν καταπρόσωπο με τους δαίμονές τους.

Σκηνοθεσία: Βασίλης Χριστοφιλάκης, Πέτρος Καλογήρου
Σκηνικά - Kοστούμια: Δημήτρης Κούσουλας
Φωτισμοί: Τάσος Ζαφειρόπουλος
Παίζουν: Σταύρος Σιούλης, Αλέξανδρος Καλπακίδης, Μαριάννα Πουλουτιάδου, Βασιλική Βλάχου, Γιάννης Σιούτης, Τόνια Ζαφείρη

Θέατρο του Νέου Κόσμου

Αντισθένους 7 & Θαρύπου, Φιξ, 210 9212900

13/2/08

Το Τυφλό Σημείο

του Γιάννη Μαυριτσάκη

Τυφλό σημείο ή σκότωμα ονομάζεται ένα κενό στο οπτικό πεδίο, ένα τμήμα που αντιστοιχεί στην απουσία φωτοευαίσθητων κυττάρων στον οπτικό δίσκο του αμφιβληστροειδούς. Ο εγκέφαλος βέβαια συμπληρώνει αυτό το κενό κακήν-κακώς και το τυφλό σημείο δε γίνεται αντιληπτό, οι συμπληρωματικές πληροφορίες όμως είναι απλώς κατά προσέγγιση, άρα ίσως και λανθασμένες.

Τυφλό Σημείο ονομάζεται το θεατρικό του Γιάννη Μαυριτσάκη που πραγματεύεται τον πόνο και την τρέλα στην οποία σε οδηγεί η απώλεια. Με πρωταγωνίστρια τη Νίκη, μια γυναίκα που ο σύζυγός της την έχει εγκαταλείψει, αλλά και με άλλους ευκαιριακούς πρωταγωνιστές –τους οποίους συνιστούν όσοι γνωρίζει η Νίκη στην φαινομενικά άδεια καθημερινότητά της—το θεατρικό που έχει επιλεγεί από το Ευρωπαϊκό Εργαστήρι Μετάφρασης να ενταχθεί στη σειρά LabelEuropa (δηλαδή έργα που επιλέχθηκαν να μεταφραστούν σε αρκετές Ευρωπαϊκέςγλώσσες) έχει καλές στιγμές, αλλά δεν είναι δα και εξωφρενικά πρωτότυπο.

Η σύγχρονη απανθρωπιά, η κυνικότητα και η αποξένωση παρουσιάζονται μέσα από σπονδυλωτά επεισόδια που περιλαμβάνουν χαρακτήρες όπως ένας κρεοπώλης που στη συνέχεια γίνεται φορτηγατζής και τιμωρός άγγελος, μια μεσήλικη που πουλάει χαρτομάντιλα στα φανάρια, ένας αντιπαθητικός χήρος που βγάζει το ψωμί του βοηθώντας σε διεκπεραίωση υποθέσεων εμπορίας λευκής σαρκός και δυο αλητάκια που ψάχνουν τη χαμένη αδρεναλίνη στον ξυλοδαρμό μέχρι θανάτου. Όλοι συναντούν κάπου τη Νίκη, σε ένα παγκάκι, σε ένα σταυροδρόμι, στο σούπερ μάρκετ και όλοι ασχολούνται μαζί της, γιατί είναι ωραία, αλλά θλιμμένη.

Το θεατρικό χρησιμοποιεί δραματουργικά την τεχνική της αποστασιοποίησης, μας αφήνει ερμητικά κλεισμένους έξω από τα πάθη των ηρώων και, τολμώ να πω, μας δημιουργεί αφόρητη απέχθεια προς τα πρόσωπά τους (ή μπορεί η αίσθηση αυτή να ήταν καθαρά προσωπική). Η σκηνοθεσία της Μάρθας Φριντζήλα δείχνει έντονη προσπάθεια να το χρωματίσει με περισσότερα στοιχεία, όχι ότι δεν αφήνεται και σε ορισμένες ευκολίες (η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη, άλλωστε). Έξυπνη είναι, για παράδειγμα, η επιλογή της να βάλει χάρτινα ταμπελάκια να κρέμονται από τα παλτώ των ηθοποιών, μια πράξη που θέλει να παραπέμψει σε νιχιλιστικού τύπου σχόλια: όπως ένα πτώμα στο νεκροτομείο είναι χωρίς ταυτότητα και μόνο σε ένα καρτελάκι σημειώνονται τα βασικά στοιχεία του ( το συνειρμό βοηθάει εικόνα από το πρόγραμμα της παράστασης), έτσι και οι χαρακτήρες κυκλοφορούν ουσιαστικά χωρίς ταυτότητα, χωρίς κανείς απ’ όσους συναντούν να τους γνωρίζει πραγματικά, αλλά ούτε και οι ίδιοι να γνωρίζουν τα έγκατα της ψυχής τους. Ή σα να είναι προϊόντα προς πώληση και αυτοί, όπως η ανήλικη που ξεπαγιάζει γυμνή στο χιόνι.

Οι ηθοποιοί βάζουν τα δυνατά τους και καταφέρνουν να εμποτίσουν με τόνους απελπισίας και φυσικότητας το ρόλο τους, ειδικά η Ακλίδη και ο Αναστασάκης. Bonus στο Βασίλη Μαντζούκη ή σε όποιον σκέφτηκε να χρησιμοποιήσει το ξεχασμένο, αλλά που κουβαλάει θολά ζεστές αναμνήσεις τραγούδι για να δώσει φανερή ελληνικότητα στο ασαφές τοπίο του σκηνικού:

Μα τι να πω
Που 'μαι στεγνός από ψιλά κι από παρέα
Και σ’αγαπώ
Γιατί είσαι άπιαστη σαν όλα τα ωραία

Σκηνοθεσία: Μάρθα Φριντζήλα
Σκηνικά - Κοστούμια - Μουσική: Βασίλης Μαντζούκης
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Παίζουν: Πολυξένη Ακλίδη, Γιάννης Αναστασάκης, Δημοσθένης Ελευθεριάδης, Δημήτρης Κουρούμπαλης, Τάνια Παπαδοπούλου, Απόστολος Πελεκάνος, Δημήτρης Τάρλοου, Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο Πορεία

Τρικόρφων 3-5 & 3ης Σεπτεμβρίου 69, 210 8210991

10/2/08

Βάσσα

του Μαξίμ Γκόργκι

Είναι τελικά απολαυστικό όσο τίποτα άλλο να παρακολουθείς στο θέατρο την ιστορία μιας οικογένειας. Αυτό είναι παλαίτατα γνωστό -ήδη από την εποχή των Ατρειδών. Με την ιστορία μιας τέτοιας οικογένειας καταπιάστηκε ο Maxim Gorky στο έργο του Βάσσα το οποίο ανεβαίνει φέτος στη πρώτη του εκδοχή από την Θεατρική Αστική Εταιρεία Πράξη - Μπέττυ Αρβανίτη. Γραμμένο στα 1910 το έργο του Γκόργκι λίγο πριν την Ρώσική Επανάσταση με όχι τόσο διακριτή ακόμα για μερικούς την πιό πολιτικοποιημένη του σύνθεση στην οποία θα καταλήξει το 1935 μεταεπαναστατικά, φέρει ωστόσο σε αυτή την μη στρατευμένη του εκδοχή ακόμα μια απίστευτη κι ίσως πιό ουσιαστική δυναμική προκειμένου ο θεατής να αντιληφθεί ξεκάθαρα ότι οι αληθινές ζυμώσεις του πιο πραγματικού κόσμου συμβαίνουν στον κοινωνικό του πυρήνα που δεν είναι άλλος από το οικογενειάκο σύστημα.

Στο θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας μέσα σε σιδερένια ασφάλιστρα - ρολλά η έδρα της αγίας οικογένειας δεσπόζει στο κέντρο της σκηνής σίγουρη και περιφρουρημένη δέσμευση και επένδυση ταυτόχρονα ενός ολόκληρου οικονομικού κυρίως πολιτισμού και κόσμου. Στην κεφαλή αυτής της τράπεζας τώρα που ο πατέρας πνέει βαριά τα λοίσθια έχει αναλάβει τα κουμάντα μια μάνα, η Βάσσα. Γύρω της αναπτύσσεται ένα πολυσύνθετο πλέγμα σχέσεων, αντιπαραθέσεων και συνομωσιών υποκινούμενο πολλές φορές κι από εκείνη την ίδια. Μυστικά και ψέμματα, ενοχές και καλά φυλαγμένα απωθημένα συναισθήματα λεπτών αποχρώσεων και αντοχών αφήνονται να ξεσπάσουν ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας των Ζελεζνόφ που προσπαθούν ή και όχι να διατηρήσουν μάταια το υπάρχον δοκιμασμένο σύστημα - καθεστώς πριν και μετά το καταλυτικό γεγονός του θανάτου του αφέντη(;) πατέρα. Μέσα στη δίνη αυτών των εξελίξεων μιας οικόγένειας σε κατάρρευση, η Βάσσα αναδεικνύεται φέρουσα και υπο - φέρουσα την τραγική φύση μιας μητριαρχικής φιγούρας.

Ο Στάθης Λιβαθινός έκανε για μιά ακόμη φορά το Θαύμα του. Έχοντας στη διάθεσή του ακόμα και για τον μικρότερο ρόλο της παράστασης ηθοποιούς πρώτης κλάσης και γραμμής όπως η εξαιρετική Ελένη Ουζουνίδου ανέδειξε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο σε μια παράσταση υψηλότατων αξιώσεων την πολυπλοκότητα και την ποιότητα των σχέσεων όλων αυτών των ολοζώντανων χαρακτήρων του Γκόργκι. Ένας ένας με τη σειρά τους οι ηθοποιοί αρχής γενομένης από την Μπέττυ Αρβανίτη και χωρίς καμία εξαίρεση υπηρετούν με τον πλέον εκφραστικό τρόπο μια παράσταση συνόλου που δεν πρεπει φέτος με τίποτα να χάσετε. Τελευταίο hint της παράστασης: το βλέμμα της Μαρίας Καλλιμάνη.

Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός
Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη
Σκηνικά - κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Μουσική: Θοδωρής Αμπαζής
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Παίζουν: Μπέττυ Αρβανίτη, Μάνος Βακούσης, Κώστας Γαλανάκης, Ευτυχία Γιακουμή, Μαρία Καλλιμάνη, Ηλίας Κουνέλας, Αννα Κουτσαφτίκη, Ελένη Ουζουνίδου, Δημοσθένης Παπαδόπουλος, Τζίνη Παπαδοπούλου

Θέατρο οδού Κεφαλληνίας
Κεφαλληνίας 16, Κυψέλη, 210 8838727

6/2/08

Σαραντάρα και πρωτάρης ή η εκθρόνιση της Βάνας

του Terry Johnson

«Nαι, μ' ενοχλεί πολύ ο χρόνος που περνάει και αφήνει τα σημάδια στο πρόσωπο και το σώμα μου.», είχε δηλώσει μερικά χρόνια πριν το πάλαι ποτέ sex symbol Βάνα Μπάρμπα. Τα σημάδια που αφήνει ο χρόνος σε αγαπημένους σταρ, πόσο μάλλον σε σύμβολα του σεξ, ενοχλούν εμάς ακόμη περισσότερο, γιατί μας χαλούν την εικόνα που είχε αποκρυσταλλωθεί στο θησαυροφυλάκιο αστέρων που κρύβουμε μέσα στο κεφάλι μας. Η εικόνα της Βάνας Μπάρμπα του Mediterraneo και των σέξι φωτογραφήσεων –κυρίως εκείνης της ανομολόγητα ερωτικής φωτογραφίας που ως σειρήνα είχε πιαστεί (κυριολεκτικά) στα δίχτυα του (εσχάτως μακαρίτη) Ντίνου Διαμαντόπουλου— θέλαμε να μείνει αλώβητη έτσι όπως είχε αποτυπωθεί τότε γεμάτη νιάτα, ιλιγγιώδη θέλγητρα και μη-μετρήσιμο sex appeal.

Ο χρόνος όμως δε χαρίζεται σε κανέναν και αλίμονο σε όποιον δεν ξέρει να προφυλάξει τον εαυτό του. Μια ιδέα γαργαλιστική και πολλά υποσχόμενη μπορεί να καταλήξει σε πανωλεθρία, όπως αποδείχτηκε με την περιβόητη παράσταση Σαραντάρα και Πρωτάρης που παίζεται ετεροχρονισμένα στην Αθήνα (και κατεβαίνει πριν βγάλει ολόκληρη τη χρονιά). Εξαρχής, το ανέβασμα του Terry Johnson ήταν εν ολίγοις αχρείαστο και άστοχο, όπως πολλοί δε δίστασαν να γράψουν και κύριος κράχτης στα εκάστοτε ανεβάσματα ήταν το «ξεγύμνωμα» της Mrs Robinson. Η προσπάθεια να αλλάξει το κέντρο βάρους της ταινίας , έτσι ώστε στη θεατρική εκδοχή του ο Πρωτάρης να έχει καταλήξει σπαρταριστή κωμωδία, ήταν μια ακόμη άτοπη ενέργεια, όσο και η μεγαλύτερη διάθεση για αποκαλύψεις. Αυτά που ο κινηματογραφικός φακός μπορεί να κρύβει/υπονοεί με ένα διακριτικό καδράρισμα, ο εκάστοτε θεατρικός σκηνοθέτης αποφάσισε ατρόμητα να ξεμπροστιάσει. Ενώ στην ταινία The Graduate ο ερωτισμός πήρε τη μορφή της classy φιγούρας της Anne Bankroft να αποκαλύπτει τις ζαρτιέρες της, στα λονδρέζικα και νεοϋορκέζικα ανεβάσματα η Kathleen Turner άφησε το κοινό να τη δει ολόγυμνη με χαμηλό φωτισμό, το ίδιο και η μόλις τριαντάρα Jerry Hall --που δεν είχε λόγο να κρύβεται ούτως ή άλλως.

Στο θέατρο Βρετάνια, όμως, ο Γιαννης Ιορδανίδης άφησε την πρωταγωνίστριά του εκτεθειμένη στα φώτα της ράμπας και στο αδηφάγο βλέμμα του κοινού. Όχι φυσικά ότι η Βάνα βγήκε στη σκηνή ολόγυμνη, θεός φυλάξει, αλλά το συνεχές ημί-γυμνο look με τις ζαρτιέρες και τους κορσέδες που επιστρατεύτηκαν απέτυχε. Δυστυχώς η φυσική της κατάσταση δε συμπορεύεται με το νεότατο πνεύμα της και ο Ιορδανίδης αν μη τι άλλο θα έπρεπε να έχει συναίσθηση του πρακτέου. Έχοντας υπ' όψιν μας και τη σχετικά μικρή επαφή της Βάνας με το θέατρο, το εγχείρημα του ξεγυμνώματός φαντάζει κάτι λιγότερο από γύρο του θανάτου. Αμήχανη και απροστάτευτη, κάτω από σκληρό, έντονο φωτισμό και περιτριγυρισμένη από κιτς, φτηνό σκηνικό η Βάνα Μπάρμπα πάσχιζε να είναι φυσική και να νιώσει το ρόλο της σαραντάρας πλανεύτρας με εμφανή έλλειψη αυτοπεποίθησης. Ανοίκεια ένιωσα εγώ από τη θέση μου ακόμη περισσότερο, που αναγκάστηκα να αντικρύσω την ανεπάρκειά της και την επιχειρηματική πραγματικότητα κατάματα: τα πιο κακόγουστα concepts υλοποιούνται στο βωμό του κέρδους (όσο κλισέ κι αν ακούγεται) μόνο για να διαλύσουν τις εναπομείνασες φαντασιώσεις μας.

Δε θα σταθώ στο σοβαρότερο (κατ' άλλους) πρόβλημα του θεατρικού, αυτό του συμπρωταγωνιστή Άνθιμου με το μόνιμα καρφωμένο βλακώδες χαμόγελο στο πρόσωπό του. Η αλήθεια είναι ότι φαινόταν να προσπαθεί πολύ, αλλά για το καλό του, ελπίζω να μην ήταν αυτό το μέγιστο που μπορεί να δώσει. Ούτε στο κατά πόσο σώζεται η παράσταση από το Τζώρτζη και την Τσακαλία. Αυτό που όλοι αισθάνθηκαν, γι' αυτό και μουγγάθηκαν αφήνοντας τα σχόλια γι' αργότερα, είναι το πόσο εύκολα το image ενός sex symbol μπορεί να σκάσει σα σαπουνόφουσκα.

Σκηνοθεσία: Γιάννης Ιορδανίδης
Μετάφραση: Αλέξανδρος Κοέν
Σκηνικά: Γιώργος Ασημακόπουλος
Κοστούμια: Χριστίνα Κωστέα
Φωτισμοί: Στέλιος Τζολόπουλος
Παίζουν: Βάνα Μπάρμπα, Άνθιμος Ανανιάδης, Γιώργος Τζώρτζης, Ηλέκτρα Τσακαλία, Απόστολος Σοφιανός, Χάρης Γεωργιάδης, Βάσια Βασιλείου

Βρετάνια
Πανεπιστημίου 7, 210 3221579

1/2/08

Escape

του Νίκου Βεντουράτου

Ότι βάζοντας δίπλα-δίπλα τις λέξεις μιούζικαλ και ελληνικό προκαλείς γέλωτα, είναι γνωστό. Ότι κόσμος και κοσμάκης (Βουγιουκλάκη, Βίσση, Ντενίση) προσπάθησαν με αμφίβολα αποτελέσματα να δώσουν ώθηση σε αυτό το υπό εξαφάνιση είδος στην Ελλάδα, είναι επίσης γνωστό. Σήμερα όμως, όσο ποτέ, πλείστα talent shows μας πείθουν ότι το κοινό και οι performers πληθαίνουν και ζητάνε μουσικοχορευτικό θέαμα. Και στα χνάρια της Ελληνικής Θεαμάτων, η Σία Κοσκινά (με παρελθόν στο μιούζικαλ) με το Νίκο Βεντουράτο (που χαίρει άκρως cult φήμης για τις μουσικές του ενασχολήσεις) αποφάσισαν να δώσουν στο κοινό αυτό που ψάχνει. To Escape.

Το θέατρο Βρετάνια δεν έχει το παλιό του glamour, αλλά οι Δευτέρες και οι Τρίτες του είναι μέσα στο συνωστισμό. Όπου ακούς πολλά κεράσια, όμως, κράτα μικρό καλάθι, λένε, άρα, όπου ακούς " 3D μουσική κυβερνοπαράσταση" τι καλαθάκι να κρατήσεις; Το plot που δένει μαζί τραγούδια από γνωστά μιούζικαλ όπως Blood Brothers, Romeo & Juliet, Jekyll & Hyde, Fantome of the Opera, Notre Dame de Paris, Rocky Horror Show και Moulin Rouge είναι τόσο απλό όσο και ανεπαρκές: συγγραφέας ονόματι Christian αγοράζει ένα πρόγραμμα εικονικής πραγματικότητας για να ζήσει μέσα σ' αυτό εμπειρίες που στη συνέχεια θα μεταφέρει στο χαρτί. Οι εμπειρίες του είναι συνώνυμες με σκηνές από τα παραπάνω μιούζικαλ, ώσπου στο τέλος αποφασίζει να γράψει μια ιστορία και συνειδητοποιούμε ότι είναι ο Christian του Moulin Rouge που ερωτεύεται μια Satine πολύ λίγη για το ρόλο και τελικά χάνεται στον κυβερνοχώρο, αυτόν τον αχανή ιστό-web όπου βασιλεύει η S.i.a.-Σία Κοσκινά.

Μόνο ένας Βεντουράτος θα μπορούσε να δημιουργήσει τέτοιο concept με επιεικώς κακής ποιότητας 3D effects και με τη δήθεν πρωταγωνίστρια Σία (καθαρά όνομα-κράχτης) να λέει μόνο το τραγούδι του φινάλε, και μέχρι τότε να ακούμε μόνο τη φωνή της- ως πλοηγού του προγράμματος. Για καλή μας τύχη, οι Musicult Reactor Dreams, ένα τσούρμο αγόρια και κορίτσια που τραγουδούν και χορεύουν δεν είναι κακοί, αν εξαιρέσουμε την εμφανή δυσκολία που έχουν με την προφορά σε αγγλικό και κυρίως γαλλικό στίχο. Όχι ότι έχουν όλοι το ρόλο που τους ταιριάζει, φοράνε τουλάχιστον τα σωστά κοστούμια. Ξεχωρίζει ο --αταίριαστος στη συγκεκριμένη παραγωγή-- Αξιώτης, όμως δεν αρνούμαι ότι κάτι μέσα μας φωνάζει πως σαν promo line της παράστασης θα ταίριαζε το: "η Σία παρουσιάζει την πρόοδο των μαθητών της από το ωδείο". Το πιο διασκεδαστικό και σκαμπρόζικο νούμερο είναι σίγουρα αυτό από το Rocky Horror Picture Show, άντε και η Σία-αράχνη στο τέλος. Η αίσθηση που αφήνει πάντως, δεν ήταν τόσο κακή για τουρλουμπούκι, τελικά. Όσο για τη σημειολογία του τίτλου, το esc(ape) αναφέρεται στο κουμπάκι του p.c. που σε φέρνει πίσω στην πραγματικότητα.

Σενάριο – μουσική – τραγούδια : Νίκος Βεντουράτος
Σκηνογραφία – σκηνοθεσία: Βασίλης Λαζαρίδης
Κοστούμια : Δέσποινα Χειμώνα
Χορογραφίες : Αντώνης Λιβερόπουλος
Ενορχήστρωση – Διεύθυνση ορχήστρας : Αντώνης Καρατζίκης
Φωτισμοί: Nady Francis
Τραγουδούν-Χορεύουν: Δημήτρης Αϊβαλιώτης, Βασίλης Αξιώτης, Φωτεινή Ασημακοπούλου, Βασίλης Γιακουμάρος, Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Ευφροσύνη Δημοπούλου, Μυρσίνη Δοξοπούλου,Άρτεμης Ζάννου, Μανώλης Θεοδωράκης, Ελένη Κατζόλα, Αντώνης Λιβερόπουλος, Αγγελική Μουρτζούκου, Νίκος Ρουσάκης, Αντώνης Τανισκίδης, Αδάμ Τσαρούχης, Λίντα Φένγκ

Βρετάνια
Πανεπιστημίου 7, 210 3221579