Σελίδες

10/3/08

Άλμα Μάλερ

του Ron Hart

Ο γηραιός Ron Hart δεν είναι ο μόνος που εμπνεύστηκε από την προσωπικότητα της συνθέτριας Alma Mahler-Werfel. Ο σκηνοθέτης του Driving Miss Daisy Bruce Beresford έχει στο ενεργητικό του την ταινία Bride of the Wind (2001) που προσεγγίζει τα πράγματα σαφώς καλύτερα, αλλά πάντα υπάρχουν βιογραφικές νουβέλες, καθώς και τα ημερολόγια της ίδιας που θεωρούνται πιο διαφωτιστικά.

Το Men on Fire, το θεατρικό του Hart περιγράφει κυρίως τις σχέσεις της με διάσημους άντρες μονοδιάστατα και επιδεικτικά, βρίθει αβαθών χαρακτήρων και γενικά παρουσιάζει τη ζωή της Άλμα σαν παρέλαση εραστών. Είναι δηλαδή σκέτη μούφα και κακό υλικό για να ασχοληθεί κανείς μαζί του, εκτός αν κατάφερε τόσο να το χαλάσει εκ των υστέρων ο υπεύθυνος για τη διασκευή και δραματουργική επεξεργασία, κάτι που δε θεωρώ ιδιαίτερα πιθανό. Ακόμη χειρότερα γίνονται τα πράγματα, όταν ο σκηνοθέτης υιοθετήσει και την οπτική γωνία του συγγραφέα, που, μεταφράζοντας τον τίτλο κυριολεκτικά, θεωρεί ότι η πρωταγωνίστριά του ψήνει τους άντρες σαν κάστανα στη φουφού. Κάτι τέτοιο κάνει δυστυχώς το τωρινό ανέβασμα στην Αθηναΐδα, που βλέπει την Άλμα ως ματαιόδοξη αντροφάγα με χιλιάδες τουαλέτες όπως πολύς κόσμος παρατήρησε ξεκαρδιζόμενος.

Η Άλμα Μάλερ ήταν μια προικισμένη κόρη καλλιτεχνών (με μπαμπά το ζωγράφο Emil Jakob Schindler) την εποχή που όλος ο καλός ο κόσμος κυκλοφορούσε στη Βιέννη. Έτσι, παρεμπιπτόντως θα ‘λεγα, έδωσε το πρώτο της φιλί στον Klimt, φλέρταρε με διευθυντές θεάτρων και συνθέτες μέχρι να καταλήξει να στεφανωθεί το Mahler, να τον αφήσει αργότερα για τον ρηξικέλευθο Gropius, τον οποίο θα έχει εναλλάξ με τον Kokoschka για λίγο διάστημα, μέχρι τελικά να παρατήσει και τους δυο για τον ποιητή Werfel. Ανάμεσα στις απελπισμένες εναλλαγές συντρόφων, η φτωχή Άλμα έδινε ζωή σε παιδιά που της έπαιρνε βίαια ο Χάρος, έπεφτε σε κατάθλιψη και βρισκόταν γενικά σε περίεργη ψυχολογική κατάσταση, αναζητώντας την ανεξαρτησία του πνεύματος και της δημιουργίας της ανάμεσα σε άντρες που ήθελαν σώνει και καλά να την καπελώσουν κάτω από τον τίτλο της Μούσας, και τελικά μάλλον τα κατάφεραν.

Στους δρόμους της Αθήνας η Ζωή Λάσκαρη με ξανθό καρέ και κόκκινη τουαλέτα στις αφίσες ξαφνιάζει τους περαστικούς (και προκαλεί το μένος των μουσικόφιλων που εκτιμούν την Άλμα περισσότερο από το λαουτζίκο που δεν την ήξερε κι από χτες --άσε που δε μπορούν να καταλάβουν γιατί η καστανή ιστορική φιγούρα έπρεπε σώνει και καλά να βάλει οξυζενέ). Στη σκηνή της Αθηναΐδας πάλι, δεσπόζουν οι ατέλειωτες λαμπερές τουαλέτες (ειδικά μια μίντι κόκκινη με τρία βολάν κρεμασμένη στην ανοιχτή γκαρνταρόμπα πολύ μου γυάλισε), που δίνουν ένα γκλάμουρ όσο και να ‘χει, αλλά κάνουν το λάθος να μην είναι καν εποχής. Η παράσταση, είναι επιεικώς κωμικοτραγική: η αγαπημένη Ζωίτσα κάνει τα πάντα με την εναλλαγή περούκας και κοστουμιού, λες και αυτός είναι ο μόνος τρόπος να δηλωθεί η ηλικία και η ψυχοσύνθεση του ρόλου: γίνεται από 16 έως 84 χρονών, από παρθένα, νύφη, μετά χήρα, παράνομη ερωμένη και ούτω καθεξής. Ο Τάκης Χρυσικάκος έχει την τύχη να ερμηνεύσει όλες τις αρσενικές διασημότητες του έργου, ακόμη και έναν...νάνο, όσο πιο γελοία μπορεί. Ο μόνος αξιοπρεπής από άποψη υποκριτικής είναι ο νεαρός αφηγητής-συγγραφέας της παρέας Στέλιος Ψαρουδάκης.

Οι βιντεο-προβολές με μπόλικο ντοκιμαντερίστικο υλικό για τη ζωή στη Βιέννη προπολεμικά, φωτογραφίες των προσώπων που εμπλέκονται, των ζωγραφικών έργων που απεικονίζουν την Άλμα και πλείστες πληροφορίες, κρίνονται χρήσιμες, τουλάχιστον συμπληρώνουμε τα κενά μας στην ιστορία, και επιπλέον υπάρχει μια ατόφια συγκινητική σκηνή: λίγο πριν την αυλαία (sic) η Λάσκαρη βγάζει την περούκα και το κοστούμι της και απευθύνεται καταπρόσωπο στο κοινό, ενώ ακούγεται το τραγούδι του Χατζιδάκι το Ταγκό της Άλμα. Ίσως να αξίζει να δείτε την παράσταση μόνο γι’ αυτή τη στιγμή. Ή πάλι, για τη στιγμή της υπόκλισης, όπου θα απολαύσετε ιδίοις όμμασι το αφράτο στήθος της πρωταγωνίστριας (χωρίς ενίσχυση) κάτω από πλεκτό τιραντέ μπλουζάκι. Όλοι κάτι βρίσκουν, πάντως: οι γιαγιάδες παραδίπλα αισθανόταν περήφανες που ήταν γνώστριες της μουσικής επένδυσης και των ζωγράφων Κλιμτ και Κοκόσκα, που τους ξέρει πλέον κι η κουτσή Μαρία, από τότε που είδε έργα τους στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Και μια εύλογη ερώτηση: τι δουλειά έχει η Αθανασία Καραγιαννοπούλου με ετούτη την παραγωγή;

Σκηνοθεσία - Μετάφραση - Διασκευή: Αθανασία Καραγιαννοπούλου
Δραματουργική επεξεργασία: Ζωή Λάσκαρη
Εικαστική επεξεργασία: Νατάσα Παπαστεργίου
Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος
Μουσική επιμέλεια: Αθανασία Καραγιαννοπούλου
Παίζουν: Ζωή Λάσκαρη, Τάκης Χρυσικάκος, Στέλιος Ψαρουδάκης

Αθηναΐς
Καστοριάς 34-36,Βοτανικός, 210 3480000

7 σχόλια:

ΠΑΥΛΟΣ είπε...

χαχαχαχα, χαίρομαι που βρίσκω φίλους!

antigonos είπε...

Ε, μα...Αυτή η παράσταση νομίζω έχει κάνει όλη την Αθήνα μια παρέα που χασκογελάει. Aν όχι η παράσταση αυτή καθεαυτή, σίγουρα η αφίσα της:P

Jirashimosu είπε...

θελωωωωωωωωωωω!

Wrong Guy είπε...

ego tha rixo to epipedo kai tha sxoliaso mono to travigma tis Zoitsas.

Eleos!poy tha paei pia?

antigonos είπε...

Αφού το θέμα γνωρίζει πρωτοφανές σουξέ, δείτε και τη χήρα Άλμα με πλερέζα και κάπα:P

Roadartist είπε...

χαχαχα να σαι καλα!!
Μου έχει πει ένας φίλος να παμε να το δουμε..αλλά άσε..δεν θα πάρω!!
Καλά για την αφίσα της παράστασης δεν το συζητώ !!! Ελεος..

Ανώνυμος είπε...

Επειδή είχα την ατυχία να τη δω την παράσταση όλα όσα περιγράφονται πιο πάνω είναι πραγματικά σχόλια αληθινά αλλά με μεγάλη επιείκεια μπροστά στον ξεπεσμό και την αθλιότητα της ηθοποιίας της Λάσκαρη. Θα τρίζουν τα κοκκαλάκια της Αλμα με την φρικαλεότητα της ερμηνείας που δεν άγγιζε καν τα πλαίσια έστω της προσέγγισης του χαρακτήρα της....